ΕΚΛΟΓΕΣ RELOADED Δημήτρης Κωνσταντίνου Η αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση είναι ένας καλός τρόπος για να καταλαγιάσει η απαίτηση των ανθρώπων «για ισότιμη κατανομή της ιδιοκτησίας ή για οποιοδήποτε άλλο παράξενο ή ανάρμοστο πράγμα». The Federalist Papers #10, James Madison Στην εποχή μας, ακόμη και αυτοί που επιμένουν να ελπίζουν στο σύστημα της αντιπροσωπευτικής ολιγαρχίας, αναμένοντας τη σωτηρία από τους εκλεγμένους μονάρχες, δηλώνουν απογοητευμένοι. Για το ναυάγιο της ζωής μας , όμως, δε φταίνε τα πρόσωπα αλλά ο αδιέξοδος τρόπος με τον οποίο δυστυχώς επιμένουμε να λειτουργούμε· φταίει πρωτίστως ο θεσμός της αντιπροσώπευσης καθαυτός. Διεξάγουμε εκλογές, ψηφίζουμε πρωθυπουργό και βουλευτές, και θεωρούμε ότι αυτό είναι δημοκρατία. Στην εποχή της μανιώδους τεχνικής εξειδίκευσης, όπου εστιάζουμε στο δέντρο και χάνουμε το δάσος, θεωρήσαμε ότι και η πολιτική είναι δικαίωμα και ευθύνη των ειδικών. Το πνεύμα της αληθινής δημοκρατίας, όμως, απορρίπτει τη διαμεσολάβηση, τις αυθεντίες και την άνωθεν εξουσία, χρησιμοποιεί την άμεση πολιτική δράση για να εκπαιδεύσει τους ανθρώπους στη λήψη αποφάσεων. Γιατί, πέρα από τις ασήμαντες τεχνικές λεπτομέρειες, οι σημαντικές αποφάσεις της κοινωνίας είναι αποκλειστικό δικαίωμα και επιτακτική ευθύνη των απλών ανθρώπων, που σίγουρα γνωρίζουν καλύτερα από κάθε ειδικό τα συμφέροντά τους. Οι επαγγελματίες πολιτικοί νομιμοποιούνται στα μάτια της κοινωνίας, κρύβοντας την αυθαίρετη φύση της εξουσίας τους μέσα από θεσμούς όπως τα κόμματα και οι εκλογές. Πρόκειται για μηχανισμούς που επινοήθηκαν σχετικά πρόσφατα από τους νέους άρχοντες για να επιτελούν ακριβώς αυτήν τη λειτουργία της απόκρυψης. Στην ιστορική πορεία αυτής της ολιγαρχίας νέου τύπου γεννήθηκε πλειάδα κοινοβουλευτικών κομμάτων που διεκδίκησε το ρόλο του αποκλειστικού σωτήρα του λαού είτε με λαϊκίστικη, δεξιά ρητορική είτε με επαναστατικό, σοσιαλιστικό λόγο. Η αμείλικτη ιστορική κατάληξη όλων αυτών δεν μας επιτρέπει να εθελοτυφλούμε. Τα κόμματα, όπως λειτουργούν μέσα στο καθεστώς του κοινοβουλευτισμού, δεν αποτελούν λύση αλλά εμπόδιο. Από τη φύση τους καλλιεργούν την παθητικότητα και τον ηγεμονισμό. Μόνο οι αρχηγοί τους εμπλέκονται ενεργά στην πολιτική, όλοι εστιάζουν σ' αυτούς και τα κομματικά μέλη τούς υπηρετούν θυσιάζοντας την αξιοπρέπειά τους. Σύντομα, ακόμη και στα επαναστατικότερα κόμματα, επικρατεί η τάση οι αρχηγοί να καθορίζουν την πολιτική, συνήθως ενάντια στις κομματικές «λαϊκές» αποφάσεις. Φυσικά, πολλά κινήματα συγκρότησαν κόμματα με σκοπό να συμπληρώσουν την άμεση, πολιτική τους δράση και να διευρύνουν έτσι την προπαγάνδα των σοσιαλιστικών, ανθρωπιστικών αρχών. Για κάθε επιδιωκόμενο σκοπό, όμως, πρέπει να χρησιμοποιούνται τα ανάλογα μέσα. Είναι αδύνατο να βουτήξεις στο βάλτο και να μείνεις καθαρός. Γι' αυτό, όταν «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», η κατάληξη είναι πάντα η ίδια. Τα κινήματα που μετατράπηκαν σε κόμματα και έμπλεξαν σε κοινοβουλευτικές εκλογές, σταδιακά, μεταμορφώθηκαν σε γραφειοκρατικούς, οπορτουνιστικούς μηχανισμούς, ξεχνώντας την άμεση, λαϊκή πολιτική δράση για χάρη της προσπάθειας για συνεχή και αυξανόμενη εκλογική απήχηση. Η εκλογική επιτυχία μετατράπηκε πολύ σύντομα σε απόλυτο αυτοσκοπό. Σύμφωνα με τον Μάρεϊ Μπούκτσιν (The Τhird Revolution, Λονδίνο-1996), το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας στην αρχή του 20ου αιώνα δεν τάχθηκε τυχαία υπέρ του Α΄ Π.Π. Η στάση αυτή ήταν προϊόν της μακραίωνης λειτουργίας και ενσωμάτωσής του μέσα στους αστικούς, κοινοβουλευτικούς θεσμούς. Παρομοίως, η Τζάνετ Μπίελ (Δυτικοευρωπαίοι Πράσινοι: Κίνημα ή Κοινοβουλευτικό Κόμμα, Green Perspectives-1990) υποστηρίζει ότι οι Πράσινοι της Ευρώπης σε Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία και Βρετανία, που ξεκίνησαν ως σημαία του παγκόσμιου, οικολογικού κινήματος, όταν συγκρότησαν κόμματα, μεταμορφώθηκαν σε καριερίστες, πραγματιστές, δήθεν ρεαλιστές που είχαν μόνο αυτοσκοπό την εξουσία. Ακόμη και η εκλογή του Χίτλερ με την ψήφο των Γερμανών αποδεικνύει περίτρανα τι ακριβώς εξυπηρετεί η εκλογική διαδικασία. Όταν οι Γερμανοί τον εξέλεγαν, έπεφταν θύματα της λαϊκοδεξιάς ή ακόμη και της σοσιαλιστικής ρητορικής του, αφού το δεύτερο συνθετικό του εθνικοσοσιαλισμού δεν ήταν τυχαίο. Γι' αυτό και δε φαντάζονταν πού θα τους οδηγούσε. Αυτή ακριβώς είναι η κατάρα των εκλογών, δεν ξέρουμε που θα μας οδηγήσουν. Εγκαταλείπουμε τον εαυτό μας έρμαιο στα χέρια τού οποιουδήποτε πρωθυπουργού-δικτατορίσκου να μας ποδηγετήσει. Δημοκρατία, όμως, είναι ακριβώς το αντίθετο. Αφού τα κόμματα και το αντιπροσωπευτικό σύστημα από τη φύση τους δεν μπορούν να μας προσφέρουν ριζικές λύσεις, η μοναδική μας απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι η ενεργητική αποχή, δηλαδή η άρνηση ψήφου που συνοδεύεται από θετική προσπάθεια αυτοοργάνωσης και άμεσης, πολιτικής δράσης. Το αντίθετο αυτής, η παθητική αποχή, σημαίνει απάθεια, κυνισμό, τομαρισμό, και είναι το ίδιο άσκοπη με την ψήφιση των δήθεν αριστερών κομμάτων. Με το σκεπτικό αυτό μέσα από τις δεκάδες πρωτοβουλίες δράσης που ξεφυτρώνουν γύρω μας. Μόνο αν βγούμε από το καβούκι μας, αν πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας, αν αποφασίσουμε όλοι μαζί να κυβερνήσουμε οι ίδιοι το καράβι της κοινωνίας, θα πάψουμε πια να πελαγοδρομούμε. Σ' αυτή την προσπάθεια, οι εκλογές δεν είναι πολιτική πράξη αλλά το αντίθετό της· δωρεάν παραχώρηση της ίδιας μας της ζωής. Η άμεση πολιτική οργάνωση ήταν και θα είναι μονόδρομος. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ Απόσπασμα από το βιβλίο του ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΖΙΝ «ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΙΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ» των εκδόσεων ΕΞΑΡΧΕΙΑ Το συνταγματικό σύστημα που εγκαθίδρυσαν οι Πατέρες του Έθνους, ένα σύστημα αντιπροσώπευσης και αμοιβαίων ελέγχων μεταξύ των τριών κλάδων της εξουσίας, ήταν μια αμυντική τακτική για να προστατευθεί η υφιστάμενη κατανομή πλούτου και εξουσίας. Με επίπονο αγώνα και θυσίες, οι μαύροι μπορεί να το υποχρέωσαν να κατεβάσει τις πινακίδες «Μόνο Λευκοί», εδώ κι εκεί. Όμως η φτώχεια παρέμεινε ως το πιο ισχυρό εμπόδιο στο δρόμο για την ισότητα. Αυτό είναι το εμπόδιο για το οποίο μίλησε ο Μάντισον, όταν είπε ότι το σύστημα που δημιουργείται στις νέες ΗΠΑ θα αποτρέψει «την ισότιμη κατανομή της ιδιοκτησίας ή την απαίτηση για οποιοδήποτε άλλο ανάρμοστο ή παράξενο πράγμα». Είναι η ταξική πραγματικότητα, όσο κι αν έχει μεταμφιεστεί στις συνθήκες της μοντέρνας φιλελεύθερης κοινωνίας. Η αντιπροσωπευτική κυβέρνηση δε λύνει το ρατσιστικό πρόβλημα. Δε λύνει το ταξικό πρόβλημα. Η ίδια η αρχή της αντιπροσώπευσης είναι ελαττωματική, όπως επισήμανε ο Ζαν Ζακ Ρουσώ, ζώντας στην προεπαναστατική Γαλλία το 18ο αιώνα. Το βιβλίο του Το Κοινωνικό Συμβόλαιο ήταν μια ασαφής, αντιφατική, δύσκολη αναζήτηση για μια πιο άμεση δημοκρατία, στην οποία η πλειοψηφία δε θα μπορούσε, ψηφίζοντας, να σπρώξει μια μειοψηφία στη δουλεία ή τη φτώχεια. «Πώς είναι δυνατόν εκατό άνθρωποι που επιθυμούν να εξουσιάζονται να έχουν το δικαίωμα να ψηφίσουν γι' αυτό και να το επιβάλουν στους δέκα που δεν το επιθυμούν;»[…] Το δικαίωμα της ψήφου είναι σίγουρα υπερτιμημένο ως εγγύηση της δημοκρατίας. Οι αναρχικοί θεωρητικοί πάντα το έλεγαν αυτό. Η Έμμα Γκόλντμαν, μιλώντας σε γυναίκες σχετικά με την εκστρατεία τους για το δικαίωμα της ψήφου, δεν ήταν αντίθετη, αλλά τις προειδοποιούσε να μην έχουν υπερβολικές προσδοκίες: Το σύγχρονο φετίχ μας είναι η ψήφος για όλους… Δε βρίσκω κανένα οργανικό, ψυχολογικό ή διανοητικό λόγο για τον οποίο η γυναίκα δεν πρέπει να έχει ισότιμο δικαίωμα ψήφου με τον άνδρα. Ωστόσο αυτό δεν μπορεί να με κάνει να κλείσω τα μάτια μου μπροστά σ' αυτήν την ανόητη πεποίθηση ότι η γυναίκα θα καταφέρει αυτό που δεν κατάφερε ο άνδρας… Η ιστορία δείχνει ότι οι άνδρες δεν κέρδισαν με την ψήφο τους απολύτως τίποτα που δε θα μπορούσαν να πετύχουν με πιο άμεσο, λιγότερο δαπανηρό και περισσότερο ανθεκτικό στο χρόνο τρόπο. Ουσιαστικά, και το πιο μικρό όφελος το κέρδισαν μέσα από επίμονο αγώνα, από μια ασταμάτητη μάχη διεκδικήσεων, και όχι με την ψήφο.[1] Η Έλεν Κέλερ, που έγινε διάσημη επειδή ξεπέρασε τα προβλήματα όρασης και ακοής που είχε και αποδείχτηκε τελικά πολυτάλαντη, ήταν μια σοσιαλίστρια. Έγραψε τα παρακάτω σ' ένα γράμμα προς μια γυναίκα στην Αγγλία, που αγωνιζόταν για το δικαίωμα της ψήφου των γυναικών: Μήπως δε χειραγωγούνται τα κυρίαρχα κόμματα από τις άρχουσες τάξεις, δηλαδή από τις τάξεις των ανθρώπων με περιουσία, έτσι ώστε να εξυπηρετούν τα κέρδη και τα προνόμια των λίγων; Οι πλούσιοι προσφέρουν εκατομμύρια δολάρια για να βοηθήσουν τα κόμματα ν' ανέβουν στην εξουσία. Μας λένε, όπως στα παιδιά, ότι η ασφάλειά μας εξαρτάται από την ψήφισή τους. Μας πετούν κάποια ψίχουλα για να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι εργάζονται για το συμφέρον μας. Στη συνέχεια εκμεταλλεύονται τους πόρους του έθνους όχι προς όφελός μας αλλά για το συμφέρον εκείνων που αντιπροσωπεύουν και στηρίζουν… Ψηφίζουμε; Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι επιλέγουμε μεταξύ δύο σωμάτων αληθινών, αν και όχι δηλωμένων, δικτατόρων. Διαλέγουμε μεταξύ δύο ομοίων.[2] Στο κεφάλαιο έξι, επισήμανα πόσο λίγο μετράει στα θέματα εξωτερικής πολιτικής το γεγονός ότι ψηφίζουμε για πρόεδρο· αφού τον εκλέξουμε, κάνει ό,τι θέλει αυτός. Πρέπει να τονίσουμε, επίσης, ότι η εκλογή μελών του Κογκρέσου δεν έχει νόημα για τα πιο σημαντικά ζητήματα ζωής και θανάτου. Αυτό ισχύει όχι μόνο επειδή είναι αδύνατο να προβλέψουμε πώς θα ψηφίσει ο αντιπρόσωπός μας σε μια μελλοντική κρίση εξωτερικής πολιτικής, αλλά, επίσης, γιατί το Κογκρέσο είναι ένας ασθενικός, συχνά ανύπαρκτος, παράγοντας όσον αφορά τις αποφάσεις για πόλεμο και ειρήνη, ο οποίος συνήθως υπακούει στις εντολές του προέδρου. Το γεγονός αυτό είναι ο κόλαφος της «αντιπροσωπευτικής» διακυβέρνησης. Μια από τις πιο δημιουργικές πολιτικούς φιλοσόφους του αιώνα μας, η Χάνα Άρεντ (The Origins of Totalitarianism, Eichmann in Jerusalem) έχοντας γνώση των ελαττωμάτων της αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης, υποστήριξε στο βιβλίο της Για την Επανάσταση (στα ελληνικά εκδ. Αλεξάνδρεια, 2006, στμ.) αυτό που ονόμαζε «συμβουλιακό σύστημα» διακυβέρνησης. Η βάση του δεν είναι οι εκλογές αλλά τα συμβούλια γειτονιάς παντού, στα οποία είναι ευπρόσδεκτοι όλοι όσοι θέλουν να συμμετάσχουν στις αποφάσεις, ενώ στη συνέχεια αυτά τα συμβούλια συγκροτούν ένα είδος ομοσπονδίας για να βγάλουν ευρύτερες και εθνικές αποφάσεις. Σε διάφορα σημεία της ιστορίας οι άνθρωποι βίωσαν έστω για λίγο χρονικό διάστημα αυτή την άμεση δημοκρατία. Στην αρχαία Αθήνα (με την παραδοχή ότι οι γυναίκες, οι σκλάβοι και οι αλλοδαποί εξαιρούνταν) όλοι οι πολίτες είχαν την ευκαιρία να συμμετάσχουν στη λήψη των αποφάσεων. Για τρεις μήνες στο Παρίσι του 1871, όταν η εκλεγμένη Κομμούνα του Παρισιού πραγματοποιούσε διαρκώς συναντήσεις, αλλεπάλληλες λαϊκές συνελεύσεις λάμβαναν χώρα ταυτόχρονα σ' ολόκληρη την πόλη για να συζητήσουν ζητήματα και μετά να μεταφέρουν τις απόψεις τους στην Κομμούνα. Στην αυγή της Ρωσικής Επανάστασης, υπήρχαν Σοβιέτ (συμβούλια) εργατών, χωρικών και στρατιωτών – όσοι ήθελαν να συμμετάσχουν στη συζήτηση – αλλά στη συνέχεια αυτά αντικαταστάθηκαν από την εξουσία του Κομμουνιστικού κόμματος και το νέο σοβιετικό Σύνταγμα προέβλεπε εκλογές για την ανάδειξη νομοθετικού σώματος. Η άμεση δημοκρατία είναι εφικτή σε μικρές ομάδες και αποτελεί μια υπέροχη ιδέα για συνελεύσεις πόλεων και γειτονιών. Θα μπορούσαν να γίνονται ανοιχτές συζητήσεις στα γραφεία και τα εργοστάσια· μια δημοκρατία στους εργασιακούς χώρους που ούτε οι κομισάριοι της Σοβιετικής Ένωσης ούτε οι μάνατζερ των εταιριών στις ΗΠΑ και, πολλές φορές μέχρι σήμερα, ούτε ακόμη και οι ηγέτες του συνδικαλισμού την επιτρέπουν. Δεν είναι πρακτικό να λαμβάνονται εθνικές αποφάσεις άμεσα, αλλά είναι δυνατόν ένα δίκτυο ομάδων άμεσης δημοκρατίας να καταθέτουν τις απόψεις τους με τέτοιο τρόπο, ώστε να καταλήγουμε σε κάποια μορφή εθνικής συναίνεσης. Η ζωντανή συμμετοχή και συζήτηση των προβλημάτων των πολιτών θα ήταν ένας καλύτερος, πιο δημοκρατικός, πιο αξιόπιστος τρόπος αντιπροσώπευσης του πληθυσμού από το σημερινό, άκαμπτο, ελεγχόμενο εκλογικό σύστημα. Υπάρχει ήδη εμπειρία από ειδικές δημοκρατικές διαδικασίες. Πολλές Πολιτείες έχουν νόμους που προβλέπουν λαϊκές νομοθετήσεις και δημοψηφίσματα. Οι πολίτες, με συλλογή υπογραφών, μπορούν να προκαλέσουν την ψήφιση νόμων, ν' απαιτήσουν γενικά δημοψηφίσματα, ν' αλλάξουν τους νόμους και το Σύνταγμα. Αυτό οδηγεί σε μια ζωντανή συζήτηση μέσα στις τάξεις του λαού και σε κάτι που πλησιάζει στην πραγματικά δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων, αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι πλούσιες εταιρίες ΜΜΕ με τα χρήματά τους, ουσιαστικά, μπορούν να εξαγοράσουν ένα δημοψήφισμα με τον ίδιο τρόπο που εξαγοράζουν σήμερα τις εκλογές. Υπάρχει επίσης η ιδέα της αναλογικής αντιπροσώπευσης, έτσι ώστε, αντί για ένα δικομματικό σύστημα όπου Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι μονοπωλούν την εξουσία (στο κάτω κάτω, ένα δικομματικό σύστημα διαθέτει μόνο ένα κόμμα περισσότερο από το μονοκομματικό), σοσιαλιστές και προχιμπισιονιστές (Prohibitionists)[3] και οικολόγοι και αναρχικοί και ελευθεριακοί και άλλοι να κατέχουν θέσεις εξουσίας ανάλογα με τη λαϊκή υποστήριξη που έχουν. Η δημόσια τηλεόραση να προβάλλει έξι απόψεις αντί για δύο. Οι άνθρωποι που ελέγχουν τον πλούτο και την εξουσία σήμερα δεν επιθυμούν καμία πραγματική αλλαγή στο σύστημα. Για παράδειγμα, όταν δοκιμάστηκε η απλή αναλογική αντιπροσώπευση στη Ν. Υόρκη μετά το Β΄ Π.Π. και εκλέχτηκαν ένας ή δύο κομμουνιστές στο Δημοτικό Συμβούλιο, το σύστημα καταργήθηκε. Επίσης, όταν ένας ριζοσπάστης γερουσιαστής, ο Βίτο Μαρκαντόνιο, επέμενε να καταψηφίζει τις στρατιωτικές δαπάνες στις αρχές του Ψυχρού πολέμου, αλλά εκλεγόταν επανειλημμένα από την περιφέρειά του, άλλαξαν οι κανονισμοί, έτσι ώστε ο αντίπαλός του να αποκτήσει τη δυνατότητα να θέσει υποψηφιότητα σε τρία διαφορετικά ψηφοδέλτια και τελικά να τον νικήσει. Κάποτε ένας τοποθέτησε μια ταμπέλα στη γέφυρα πάνω από τον ποταμό Charles στη Βοστόνη: Αν η ψήφος μπορούσε ν' αλλάξει τα πράγματα, θα ήταν παράνομη. Αυτό είναι αλήθεια. Προσπαθώντας ν' αλλάξουμε τα πράγματα με την ψήφο μας – απλή αναλογική αντιπροσώπευση, δημοψηφίσματα, κ.ά. – ίσως βελτιώσουμε λίγο την κατάσταση. Ωστόσο, σε μια κοινωνία με τεράστιες οικονομικές ανισότητες, οι πλούσιοι θα κυριαρχούν σε κάθε διαδικασία. Θα χρειαστούν θεμελιώδεις αλλαγές στο οικονομικό σύστημα και την κατανομή του πλούτου, για να δημιουργήσουμε τέτοιες συνθήκες, όπου τα συμβούλια των ανθρώπων στους εργασιακούς χώρους και τις γειτονιές να μπορούν να συναντιούνται και να συζητούν και να παίρνουν όσο γίνεται πιο δημοκρατικές αποφάσεις.[4] Καμιά απλή αλλαγή στις διαδικασίες δεν μπορεί να κάνει μια κοινωνία δημοκρατική. Αυτό είναι δύσκολο για μας να το αποδεχτούμε, επειδή μεγαλώσαμε με μια τεχνολογική κουλτούρα που λέει: Αν μπορούμε να βρούμε το σωστό μηχανισμό, όλα θα είναι εντάξει και τότε θα μπορούμε να ησυχάσουμε. Όμως αυτό δε γίνεται. Η εμπειρία των μαύρων στην Αμερική (όπως και των Ινδιάνων, των γυναικών, των ισπανόφωνων και των φτωχών) κάτι μας διδάσκει όλους. Κανένα Σύνταγμα, καμία Διακήρυξη Δικαιωμάτων, καμία εκλογική διαδικασία, κανένας νόμος δεν μπορεί να μας εξασφαλίσει την ειρήνη ή τη δικαιοσύνη ή την ισότητα. Γι' αυτά απαιτείται συνεχής αγώνας, μια διαρκής συζήτηση μεταξύ των πολιτών, μια ατελείωτη σειρά οργανώσεων και κινημάτων που θα ασκούν πίεση σε όποιες διαδικασίες υπάρχουν. Το κίνημα των μαύρων, το εργατικό κίνημα, το γυναικείο και το αντιπολεμικό, μας έμαθαν μια απλή αλήθεια: Τα επίσημα κανάλια, οι επίσημες διαδικασίες της αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης είναι μερικές φορές χρήσιμες αλλά ποτέ δεν είναι αρκετές και συχνά αποτελούν εμπόδιο στην προσπάθεια της κατάκτησης ορισμένων βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων. Αυτό που έχει αποδώσει στην ιστορία είναι η άμεση δράση ανθρώπων που αγωνίστηκαν ενωμένοι, κάνοντας θυσίες και αναλαμβάνοντας ρίσκα για ένα σκοπό που άξιζε τον κόπο. Εκείνοι που είχαν την εμπειρία γνωρίζουν ότι, αντίθετα με την αναποτελεσματική πράξη της ψήφισης, η σύμπραξη των ανθρώπων σε ένα μεγάλο κίνημα με σκοπό την κοινωνική δικαιοσύνη όχι μόνο δίνει ζωή στη δημοκρατία, αλλά δίνει και ζωή στους ανθρώπους που εμπλέκονται στον αγώνα αυτόν. Προσφέρει ολοκλήρωση και απόλαυση. Η αλλαγή έρχεται δύσκολα, αλλά για να την πετύχουμε αυτός είναι ο πιο πιθανός τρόπος. Μετάφραση: Δημήτρης Κωνσταντίνου Μη Θρηνείτε, Βαλκανοποιηθείτε! Ένα Όραμα για τα Βαλκάνια Αντρέι Γκρούμπασιτς Α΄ ΜΕΡΟΣ Πριν από μια δεκαετία περίπου, κατά τη διάρκεια μιας ευρωπαϊκής ανθρωπιστικής περιπέτειας στα Βαλκάνια, ο Μάικλ Νίκολσον, ένας διακεκριμένος βρετανός δημοσιογράφος, έγραψε στο «Natasha's Story» του: «Η θηριωδία των Βαλκάνιων έχει υπάρξει τόσο πρωτόγονη σε κάποιες περιπτώσεις που οι ανθρωπολόγοι τους παρομοιάζουν με τους Γιαναμάμο του Αμαζονίου, μια από τις πιο πρωτόγονες και κτηνώδεις φυλές του κόσμου. Μέχρι και την έναρξη αυτού του αιώνα υπήρχαν ακόμα αναφορές από τα Βαλκάνια για αποκεφαλισμένους εχθρούς, των οποίων τα κεφάλια παρουσιάζονταν ως τρόπαια σε ασημένια πιάτα στα νικηφόρα γεύματα. Ας αναφέρουμε ακόμα ότι οι νικητές έτρωγαν την καρδιά και το συκώτι του χαμένου…» Γεννήθηκα σε μια κομμουνιστική οικογένεια στα Βαλκάνια, ωστόσο ποτέ δεν απολαύσαμε τέτοιες λιχουδιές.. Ίσως αφελώς, αλλά υποψιάζομαι ότι τα περισσότερα μέλη της φυλής μου επίσης δεν είχαν αυτή την τύχη. Οπότε, γεννάται το ερώτημα: πώς είναι δυνατόν ο επιφανής αυτός βρετανός τζέντλεμαν να περιγράφει κάτι τόσο φρικιαστικά ενοχλητικό; Εξίσου ενοχλητική είναι και η, ας την πούμε, κοινωνιολογική ανάλυση ενός άλλου διακεκριμένου ανθρώπου των γραμμάτων, του Σάιμον Ουίντσεστερ στο βιβλίο του «Fracture Zone: Μια Επιστροφή στα Βαλκάνια», όπου παρατηρεί: «Ακριβώς όπως η χερσόνησος – αυτά τα παράξενα και άγρια Βαλκάνια – είναι απολίτιστη και σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, οι κάτοικοί της, οι αγριάνθρωποι των Βαλκανίων, εξελίχθηκαν σε κάτι που διαφέρει πλήρως από αυτό που γνωρίζουμε ως ανθρώπινη κανονικότητα». Σχετικά πιο πρόσφατη είναι η δήλωση που προέρχεται από την άλλη πλευρά του ωκεανού, του Μίκαελ Ιγκνάτιεφ, αυτοδίδακτου θεωρητικού, ο οποίος, όπως παρατηρεί η Tamara Vukov με αρκετή κατάπληξη, δεν αποκλείεται να είναι ο μελλοντικός πρωθυπουργός του Καναδά. Δηλώνει, με αρκετά αξιοθαύμαστη ειλικρίνεια, μια προοπτική «δημιουργίας εθνών στη Βοσνία, το Κόσοβο και το Αφγανιστάν, καθώς αυτές οι χώρες είναι εργαστήρια όπου διαμορφώνεται η νέα αυτοκρατορία, όπου η αμερικανική στρατιωτική δύναμη, η χρηματοδότηση της Ευρώπης και τα ανθρωπιστικά κίνητρα συνδυάζονται ώστε να δημιουργηθεί μια μορφή αυτοκρατορικής κυριαρχίας για τη «μετα-αυτοκρατορική εποχή». Με άλλα λόγια, είναι απαραίτητος ένας «προσωρινός ιμπεριαλισμός» με τη μορφή περιορισμένης κατοχής σε αυτές τις ακυβέρνητες βαρβαρικές συνοριακές ζώνες αποτυχημένων κρατών και εθνικών συγκρούσεων. «Η Βοσνία, μετά τη Συμφωνία του Ντέιτον[5] προσέφερε εργαστηριακές συνθήκες για πειραματισμό πάνω στη δημιουργία των εθνών», καθώς «η ανασύσταση των Βαλκανίων δεν υπήρξε ποτέ άσκηση για ανθρωπιστική κοινωνική ενασχόληση, ήταν πάντα ένα ιμπεριαλιστικό πεδίο […] γιατί η δημιουργία εθνών είναι το είδος του ιμπεριαλισμού στην εποχή των ανθρώπινων δικαιωμάτων». Πώς όμως αντιμετωπίζουμε τέτοιες δηλώσεις; Από πού έρχεται αυτή η αντεστραμμένη άποψη; Ποιοι είναι αυτοί που νομίζουν ότι θα έρθουν να «δημιουργήσουν τα έθνη μας»; Σε αυτή τη σύντομη πραγματεία θα αναφέρω αναλυτικά δύο αλληλοσυνδεόμενες εξηγήσεις. Η μία είναι πολιτική ενώ η δεύτερη δομική. Η πολιτική εξήγηση εντοπίζεται σε δύο διαφορετικές ερμηνείες της λέξης «βαλκανοποίηση». Η πρώτη είναι αυτή που θα ονομάσω «βαλκανοποίηση από τα πάνω». Αυτή η μορφή της βαλκανοποίησης είναι, θα μπορούσε να πει κανείς, μια επινόηση της ευρωπαϊκής εκσυγχρονιστικής αποικιοκρατίας και των βαλκανολόγων της. Θα μπορούσε κανείς ακόμα και να αστειευτεί με τα τρία βήτα: βαλκανοποίηση, βαρβαρότητα και βόμβες. Οι άνθρωποι των Βαλκανίων είναι βάρβαροι, ή τουλάχιστον έτσι θέλει να πιστεύει η ιμπεριαλιστική Ευρώπη, τείνουν να βαλκανοποιηθούν και ο μόνος τρόπος για να αποφευχθεί αυτό είναι να τους βομβαρδίσουμε (ή να τους πουλήσουμε βόμβες για να το κάνουν μόνοι τους). Από ιστορική άποψη, νομίζω ότι θα μπορούσαμε να εντοπίσουμε ένα φαινόμενο ή, καλύτερα, ένα ολόκληρο σύμπλεγμα ελιτίστικων αντιδράσεων, για το οποίο προτείνω την ονομασία «πολιτική βαλκανοφοβία»: ένας ελιτίστικος φόβος για τις αυτόνομες περιοχές. Η βαλκανοποίηση από τα πάνω εμφανίστηκε ως μια ελιτίστικη αντίδραση στις διαδικασίες αυτονομίας από τα κάτω. Η ευρωπαϊκή εκσυγχρονιστική αποικιοκρατία εκδηλώθηκε κατά πολύ ως αποτέλεσμα επιτυχημένων αγώνων για τη δημιουργία και την εδαφική ενοποίηση μιας τοπικής ταυτότητας. Οι αρχιτέκτονες των κρατών στην Ευρώπη εκείνο τον καιρό ήταν στην ουσία κυριευμένοι από το δαίμονα των Βαλκανίων, με τη βαλκανοποίηση σ' αυτή την περίπτωση να παίρνει την έννοια της «βαλκανοποίησης από τα κάτω», μια εναλλακτική διαδικασία εδαφικής οργάνωσης, αποκέντρωσης, εδαφικής αυτονομίας και ομοσπονδιοποίησης. Η βαλκανοποίηση από τα κάτω, μια διαδικασία συνεχών διασπάσεων και συνενώσεων, υπήρξε μια εξαιρετικά απειλητική εναλλακτική για τα επερχόμενα μεγάλα, συγκεντρωτικά, καταναγκαστικά συστήματα. Με τη σύγχρονη επινόηση της βαλκανικότητας, η βαλκανοποίηση (από τα πάνω!) μετατράπηκε σε ένα όνομα αλλά και μια δικαιολογία για μια διαδικασία ελαχιστοποίησης της απειλής αυτόνομων πολιτικών περιοχών που στερούνται οποιασδήποτε ειδικής και μόνιμης καταναγκαστικής εξουσίας αποκομμένης από την κοινωνία, καθώς και ελαχιστοποίησης της μνήμης της περιοχής των αντιεκσυγχρονιστικών και αντικρατικών της αγώνων. Θεωρώ ότι η επινόηση της «βαλκανικότητας» ως μια πολιτική και γεωπολιτιστική έννοια πρέπει να ενταχθεί στο ιστορικό πεδίο που διαμορφώθηκε το 1978 στο Συνέδριο του Βερολίνου. Η άποψή μου είναι ότι η σύγχρονη ιστορία των Βαλκανίων ξεκινάει στην πραγματικότητα στο Συνέδριο του Βερολίνου – πατρίδα του «διαμελισμού των Βαλκανίων», του «Μεγάλου Παιχνιδιού» στην Κεντρική Ασία και της «Εμπλοκής στην Αφρική» – μετά το οποίο, όπως παρατηρεί η Μαρία Τοντόροβα, το επίθετο «Βαλκάνιος» έπαψε να είναι μια «θολή γεωγραφική έννοια και μεταμορφώθηκε σε ένα από τα πιο υποτιμητικά επίθετα στο δυτικό πολιτικό λόγο». Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι αυτή είναι η ίδια περίοδος που ο Μπραμ Στόουκερ γράφει την πασίγνωστη μεσαιωνική του νουβέλα «Dracula». Εδώ, όπως εύστοχα επισημαίνει η Βέσνα Γκολντσγουόρθι, συναντάμε ένα νέο και παράξενο κόσμο: «Ο κόσμος του κόμη Δράκουλα αντιπροσωπεύει ό,τι αποτελεί ανάθεμα για τους βικτοριανούς – πάθος, σεξ, ανεξέλεγκτη βία… Ο κόμης Δράκουλας δεν πρέπει απλά να σκοτωθεί αλλά να καταστραφεί τελείως από τους ενωμένους εκπροσώπους της Δύσης – έναν Άγγλο, έναν Ολλανδό και έναν Αμερικάνο… Η αποστολή τους να αποκαταστήσουν την τάξη στα Βαλκάνια αντιπροσωπεύει τη μυθιστορηματική έκφραση των προσπαθειών των δυτικών δυνάμεων στα τέλη του 19ου και του 20ου αιώνα να επιβάλουν την ειρήνη στη χερσόνησο». Τα επόμενα βήματα ορισμού της βαλκανοποίησης από τα πάνω εμφανίστηκαν κατά τον Πρώτο και το Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο του 1912-13, για τους οποίους υπάρχει η διαδεδομένη άποψη ότι «αποτελούν την καθοριστική απόδειξη της "μεσαιωνικής" συμπεριφοράς των βαλκάνιων πολεμιστών». Διαβάζοντας κανείς σύγχρονα έγγραφα, είναι εύκολο να διαπιστώσει πώς χρησιμοποιήθηκε η υποτιθέμενη βίαιη φύση των βαλκάνιων ως άλλοθι για τις μελλοντικές μεσολαβήσεις των πάντα καλοκάγαθων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Ωστόσο, η κρίσιμη στιγμή για την ανάπτυξη της βαλκανοποίησης από τα πάνω υπήρξε η γενναία δράση του Γκαβρίλο Πρίνσιπ και των συντρόφων του στα 1914. Η Μίσα Γκλένι φέρνει σαν παράδειγμα το δημοφιλές βιβλίο του Τζον Γκούνθερ «Inside Europe» (1940) το οποίο «συνόψισε τα αισθήματα που κυριαρχούσαν σ' εκείνη την πλευρά του Ατλαντικού: "Είναι μια ανυπόφορη προσβολή προς την ανθρώπινη και πολιτική φύση το γεγονός ότι αυτές οι άθλιες και δυστυχείς χώρες στη Βαλκανική Χερσόνησο μπορούν και κάνουν συγκρούσεις που έχουν προκαλέσει παγκόσμιους πολέμους. Γύρω στους εκατόν πενήντα χιλιάδες Αμερικάνοι σκοτώθηκαν εξαιτίας ενός συμβάντος στα 1914 σε ένα πλινθόκτιστο πρωτόγονο χωριό, στο Σεράγεβο. Τα αποκρουστικά και σχεδόν αισχρά γρυλίσματα της βαλκανικής πολιτικής, δυσνόητα για το δυτικό αναγνώστη, ακούγονται ακόμα στην ειρηνική Ευρώπη, ίσως και στον κόσμο"». Η αποικιοκρατική φαντασίωση του Στόουκερ συνεχίστηκε με τη βασίλισσα των διηγημάτων μυστηρίου. Στο «Μυστικό των Καμινάδων» η Αγκάθα Κρίστι περιέγραψε έναν «Ερτζοσλοβάκο» χωρικό, τον Μπόρις Αντζούκοφ, με «ψηλά σλαβικά ζυγωματικά και ονειρώδη φανατικά μάτια». Είναι, όπως μαθαίνουμε, «ένα ανθρώπινο λαγωνικό καταγόμενο από φυλή ληστών». Είναι αξιοσημείωτο ότι ο όρος «βαλκάνια» με τις «φυλές ληστών» χρησιμοποιούνταν σπάνια κατά την κομμουνιστική περίοδο. Τέσσερις από τις χώρες εντάσσονταν στην «Ανατολική Ευρώπη», ενώ η Ελλάδα και η Τουρκία ήταν τα «νότια πλευρά του ΝΑΤΟ». Την ίδια στιγμή που επανεμφανίστηκαν τα «θηριώδη βαλκάνια», η μυθική προπαγάνδα της τεχνητής πρώην πλέον Γιουγκοσλαβίας και των «σκοτεινών βαλκανικών της καταγωγών» ξεπήδησε από τα εργοτάξια της μητροπολιτικής ακαδημίας. Σήμερα, σε αυτή τη νέα εποχή ενοποίησης, τα Βαλκάνια, η πρώην Γιουγκοσλαβία και η βαλκανοποίηση παρουσιάζονται και προβάλλονται στην παγκόσμια κοινότητα ως τίποτε άλλο από ιστορικά υπολείμματα «πρωτόγονων εθνικισμών», και για μια ακόμα φορά θεωρούνται απειλή στο παραλήρημα της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας – όπως ακριβώς στην εποχή του Συνεδρίου του Βερολίνου – και μάλιστα στον πυρήνα της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανησυχεί στην προοπτική μιας πολιτικά επαναστατικής περιοχής, μέσα, και ενάντια, στην ιμπεριαλιστική συγχώνευση. Ιδού τα λόγια του Ούγγρου πρωθυπουργού: «Τα προβλήματα των Ρομά δεν περιορίζονται στην επικράτεια των κρατών-μελών της Ε.Ε., αφού η ελεύθερη μετακίνηση των ανθρώπων σημαίνει ελεύθερη μετακίνηση των κοινωνικών προβλημάτων». Αυτή είναι η βαλκανοποίηση από τα πάνω, ο περιορισμός της «ελεύθερης μετακίνησης των κοινωνικών προβλημάτων». Αποτελεί πεποίθησή μου ότι τόσο η Ευρώπη στα τέλη του 19ου αιώνα όσο και η νεοφιλελεύθερη γραφειοκρατική Ευρώπη χτίστηκαν ενάντια και ως αντίποδας στα Βαλκάνια. Υπάρχει μια ιστορική συνέχεια ανάμεσα στο Βερολίνο και τη Λισσαβόνα. Και στις δύο περιπτώσεις ο δρόμος περνά μέσα από τα Βαλκάνια και, ακόμα πιο σοβαρά, μέσω της πρώην Γιουγκοσλαβίας και του πλινθόκτιστου χωριού του Σεράγεβο, που σήμερα για μια ακόμα φορά βρίσκεται υπό κατοχή της αιωνίως άγρυπνης «διεθνούς κοινότητας». Η δεύτερη εξήγηση για αυτή την ιδιαίτερη αντιμετώπιση της σύγχρονης αποικιοκρατικής Ευρώπης απέναντι στα Βαλκάνια έχει ακόμα πιο βαθιές ρίζες. Αυτό που όρισα ως «επινόηση της βαλκανικότητας» βρίσκεται στην καρδιά της ευρωπαϊκής οικουμενικότητας. Το σύγχρονο καπιταλιστικό ευρωπαϊκό οικουμενικό σχέδιο περιέλαβε, ως το «άλλο του μισό», την επινόηση των Βαλκανίων, με τα Βαλκάνια να θεωρούνται σύμβολο κάθε μυστηριώδους και απειλητικού στοιχείου στην ευρωπαϊκή κουλτούρα. Τα Βαλκάνια έγιναν έτσι μια «άγρια Ευρώπη», ένας περίπλοκος, μπερδεμένος λαβύρινθος κατοικημένος από πλάσματα αμαρτωλά, άξεστα έθνη, ανίκανα να διοικηθούν μόνα τους, μια περιοχή στην καρδιά του ευρωπαϊκού σκοταδισμού. Ένα μέρος στο κατώφλι της Ευρώπης, όπου οι άνθρωποι πρέπει να βαφτιστούν στο όνομα των πολιτισμένων αποστολών, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της πολιτισμένης κοινωνίας. Αυτά είναι τα Βαλκάνια, μια αυτοκαταστροφική τρύπα στην παγκόσμια ιστορία, μια ανεξάντλητη δεξαμενή βίας και απείθειας, ένα χαοτικό κενό στο παγκόσμιο διηνεκές. Αυτό το πολιτιστικό στοιχείο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Τα τελευταία χρόνια, μια ομάδα προοδευτικών και ριζοσπαστικών βαλκανολόγων εκκίνησαν μια σοβαρή θεωρητική απόπειρα προκειμένου το επιστημολογικό ευρωπαϊκό ενδιαφέρον να τοποθετηθεί στη σωστή του βάση. Η Μίλικα Μπάκιτς Χέιντεν, γοητευμένη από το θεμελιώδη κόσμο του οριενταλισμού του Έντουαρντ Σεντ και τοποθετώντας τα Βαλκάνια σε αυτή την κατηγορία ιστορικής εξήγησης, εισήγαγε μια νέα ευριστική[6] μέθοδο «ενσωματωμένου οριενταλισμού» ως παραλλαγή της οριενταλιστικής θεματικής. Ακόμα πιο πέρα, η Μαρία Τοντόροβα αναγνωρίζει διαφορετικά χαρακτηριστικά στην κατασκευασμένη ταυτότητα των Βαλκανίων, όχι «απλώς ως υποκατηγορία του οριενταλισμού», αλλά ως ένα «συγκεκριμένο ρητορικό παράδειγμα». Υπάρχει μια ανεξάρτητη τροχιά στον καθορισμό της ηγεμονικής αντιπροσώπευσης της χερσονήσου, την οποία ορίζει ως «βαλκανισμός». Με ακόμα μεγαλύτερη οξύνοια, η Ταμάρα Βούκοφ έκανε πρόσφατα μια παρέμβαση σε αυτή τη συζήτηση με τη χρήσιμη ανάλυσή της του «νέο-βαλκανισμού», όπου εντάσσει τα Βαλκάνια στην ιστορική πραγματικότητα του παγκόσμιου καπιταλισμού. Από τη μια χαιρετίζω αυτή την επιστημονική αλλαγή στην οπτική του ζητήματος και αναγνωρίζω την αξία της προαναφερθείσας έρευνας και από την άλλη προτίθεμαι να συσχετίσω αυτό το συγκεκριμένο ιστορικό χωροχρόνο των Βαλκανίων με τις διαδικασίες της παγκόσμιας καπιταλιστικής αποικιοκρατίας, που ο Άνιμπαλ Κιχάνο περιγράφει ως «αποικιοκρατία της δύναμης». Η αποικιοκρατία της δύναμης, σύμφωνα με τον Quijano προϋποθέτει ένα νέο μοντέλο παγκόσμιας δύναμης, έναν εγκαινιασμό του πρώτου σύγχρονου αποικιοκρατικού, καπιταλιστικού παγκόσμιου συστήματος, το οποίο κατασκευάστηκε γύρω από την έννοια του έθνους. Ενώ μπορεί να είναι πιθανό να γίνει αντιληπτή η ιστορία της ευρωπαϊκής βίας που επιβλήθηκε στην «Ευρωπαϊκή Τουρκία» ως κατευθυνόμενη προς μία χώρα του «ενσωματωμένου οριενταλισμού», προσωπικά μου είναι δύσκολο να αντιληφθώ την ιστορία των Βαλκανίων, μετά την επινόησή τους στο Συνέδριο του Βερολίνου, έξω από το νέο παγκόσμιο ηγεμονικό μοντέλο και έξω από τη νέα τεχνολογία της δύναμης, όπως αυτά εμφανίστηκαν μετά την κατάκτηση της Αμερικής, το οποίο προσαρμόζει τις φυλές και την εργασία, το χώρο και τους ανθρώπους, ανάλογα με τις ανάγκες του κεφαλαίου και την κερδοφορία των Ευρωπαίων. Είναι σημαντικό, κατά τη γνώμη μου, να ληφθεί πιο σοβαρά η διάκριση του Ενρίκε Ντουσέλ ανάμεσα στις «δύο μοντερνικότητες»: η μία είναι «ευρωκεντρική, επαρχιακή και περιφερειακή», ενώ η άλλη έχει παγκόσμιο ενδιαφέρον και περιλαμβάνει την «άλλη μεριά», αυτή που «κυριεύθηκε, υπέστη εκμετάλλευση και αποκρύφτηκε». Ο Dussell υποστηρίζει ότι πρέπει να «αρνηθούμε την αθωότητα της μοντερνικότητας», γιατί «αποδεχόμενοι τη διαφορετικότητα του άλλου (η οποία πριν απορριπτόταν), είναι πιθανόν να "ανακαλύψουμε" για πρώτη φορά την κρυμμένη "άλλη όψη" της μοντερνικότητας: τον περιφερειακό αποικιοκρατικό κόσμο, τους θυσιασμένους ιθαγενείς, τους σκλάβους μαύρους, τις καταπιεσμένες γυναίκες, το απαχθέν βρέφος, τον αλλοιωμένο λαϊκό πολιτισμό: τα θύματα της μοντερνικότητας, όλα τους θύματα μιας παράλογης δράσης που αντιτίθεται στο ιδανικό της μοντερνικότητας, στον ορθολογισμό». Ονομάζει αυτό το σχέδιο «υπερμοντερνικότητα», ένα «σχέδιο παγκόσμιας ηθικής απελευθέρωσης, στο οποίο η διαφορετικότητα, που ήταν ενιαίο και αναπόσπαστο μέρος της μοντερνικότητας, θα μπορούσε να αυτοεκπληρωθεί». Η διαφορετικότητα και «εξωτερικότητα» των Βαλκανίων, και οι «κάπως λευκοί» πληθυσμοί τους, δεν μπορούν να νοηθούν ως ανέπαφες από το μοντέρνο στοιχείο, ως κάτι το εντελώς έξω απ' αυτό. Αναφέρονται σε κάτι «εξωτερικό» που είναι συγκροτημένο ως διαφορετικό, ειδικά από τις ηγεμονικές διαδικασίες. Ελπίζω όλες αυτές οι προσεγγίσεις να βοηθούν στην εισαγωγή ενός νέου θεωρητικού πλαισίου για την κατανόηση της πρόσφατης, και όχι μόνο, ιστορικής συνύφανσης των «βαλκανιστικών» και εθνικιστικών συζητήσεων. Προκειμένου να αλλάξουμε τα Βαλκάνια, θα πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε διαφορετικά για τα Βαλκάνια. Σ' αυτό το σημείο θα ήθελα να επισημάνω ότι για να αντιληφθούμε κάτι τέτοιο, απαιτείται ένα σχέδιο συλλογικής και χειραφετημένης έρευνας, ένα σχέδιο διαφορετικής αντίληψης από την εγγενή εξωτερικότητα των συνόρων, που μπορεί να ονομαστεί «βαλκανολογία από τα κάτω». Αυτό το ερευνητικό χειραφετημένο πρόγραμμα θα συνεισέφερε στην ανάπτυξη, από την άποψη του θέματος της «άλλης πλευράς της μοντερνικότητας», που ο Αρτούρο Εσκομπάρ ονομάζει «έναν άλλο τρόπο σκέψης, un paradigma otro, της δυνατότητας για συζητήσεις πάνω σε "διαφορετικούς κόσμους και γνώσεις"». Οι ριζοσπαστικοί βαλκανολόγοι, οργανωμένοι σε μια τέτοια κοινότητα συζητήσεων, θα μπορούσαν να ευεργετηθούν εξαιρετικά από την πνευματική δουλειά αυτής της ομάδας που εκπροσωπείται από τους Κιχάνο, Ντουσέλ, Μινιόλο και άλλους ενεργούς διανοούμενους. Θα ήταν ένα ατυχές λάθος να θεωρηθεί η εντυπωσιακή δουλειά αυτής της ομάδας ως παράδειγμα για τη Λατινική Αμερική αντί για «έναν άλλο τρόπο σκέψης που αντίκειται στις σπουδαίες μοντερνικές διηγήσεις (χριστιανισμός, φιλελευθερισμός και μαρξισμός). Μια διήγηση που «τοποθετεί τη συστηματική της έρευνα στα σύνορα των συστημάτων σκέψης και αγγίζει την πιθανότητα μη-ευρωκεντρικών τρόπων σκέψης». Την ίδια στιγμή, στο ξεδίπλωμα της ριζοσπαστικής δυνατότητας της σκέψης μακριά από τη διαφορετικότητα και προς την κατεύθυνση της σύστασης εναλλακτικών τοπικών και περιφερειακών κόσμων, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη την επιστημονική δύναμη των τοπικών ιστοριών και σκεφτόμενοι τη θεωρία μέσα από την πολιτική πράξη των κατώτερων ομάδων, οι ριζοσπαστικοί βαλκανολόγοι καλά θα κάνουν να ακολουθήσουν τα βήματα των Πίτερ Λινενμπάου, Μάρκους Ράιντεκερ και άλλων ανεξάρτητων ιστορικών. Αυτών που αναζητούν ίχνη εξεγέρσεων και επαναστάσεων, οι οποίες μοιάζουν με Λερναία Ύδρα, και κρυμμένες ιστορίες δημοφιλών αγώνων κατά μήκος του προλεταριακού Ατλαντικού. Η όμορφη, εκθαμβωτική ιστορία των αντιεξουσιαστικών Βαλκανίων ξεχειλίζει από μάχες με πειρατές της θάλασσας και της στεριάς, «hajduks, uskoci, κλέφτες», από αντάρτες, αιρετικούς και αγροτικές εξεγέρσεις όλων των ειδών, όλοι παρερμηνευμένοι ομοίως από τους κομμουνιστές και εθνικιστές ιστορικούς. Αυτό το σχέδιο, η βαλκανολογία από τα κάτω, θα μπορούσε να σχεδιαστεί ως μονο-πειθαρχικό (Βαλερστάιν) ή μη-πειθαρχικό (Εσκομπάρ) πρόγραμμα, με μέλη προερχόμενα από διάφορα πεδία, για να «απειθαρχήσουμε στις πειθαρχίες» και να εγκαθιδρύσουμε μόνο ένα πεδίο μελέτης. Αυτό μπορεί να μας βοηθήσει να μάθουμε πώς να απελευθερώσουμε το παρελθόν μας και το μέλλον μας από «τον ευρωκεντρικό καθρέφτη, όπου το είδωλό μας είναι πάντα και αναγκαστικά παραμορφωμένο». Μετάφραση: Φανή Τσιουμπέκου Ο Andrej Grubacic είναι ιδρυτικό μέλος των Global Balkans. Οι Global Balkans είναι ένα δίκτυο για τον ακτιβισμό, την έρευνα, την ενημέρωση και την οργάνωση που δραστηριοποιείται τοπικά και αλληλέγγυα με τα βαλκανικά κινήματα για να ερευνήσει, να δημοσιεύσει και να επιδράσει τους πολιτικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς αγώνες στην περιοχή της πρώην Γιουγκοσλαβίας και των ευρύτερων Βαλκανίων. Στόχος μας είναι η δημιουργία ενός υπερεθνικού, αντιεθνικιστικού, αντικαπιταλιστικού και αντιεξουσιαστικού δικτύου με παν-βαλκανική και διεθνιστική οπτική (επί του παρόντος εδρεύει στο Σαν Φρανσίσκο, στο Τορόντο και στο Μόντρεαλ). Ηλεκτρονική επικοινωνία στο globalbalkans@gmail.com. ΜΑΛΑΛΑΪ ΤΖΟΓΙΑ: Η γυναίκα που δε θα μείνει σιωπηλή
ΓΙΟΧΑΝ ΧΑΡΙ Α΄ ΜΕΡΟΣ «Δεν ξέρω πόσο καιρό ακόμα θα είμαι ζωντανή», λέει η Μαλαλάι Τζόγια ήρεμα. Οι πολέμαρχοι που αποτελούν τη νέα «δημοκρατική» κυβέρνηση του Αφγανιστάν, εδώ και χρόνια, στέλνουν σφαίρες και βόμβες για να σκοτώσουν τη μικροσκοπική αυτή τριαντάχρονη από τα στρατόπεδα προσφύγων και φαίνεται ότι με κάθε προσπάθεια πλησιάζουν όλο και περισσότερο το στόχο τους. Οι εχθροί της την αποκαλούν «η νεκρή γυναίκα που περπατά». «Δε φοβάμαι το θάνατο, φοβάμαι να στέκομαι σιωπηλή απέναντι στην αδικία», λέει ξεκάθαρα. «Είμαι νέα και θέλω να ζήσω. Ωστόσο, λέω σε αυτούς που θέλουν να εξαφανίσουν τη φωνή μου: "Είμαι έτοιμη όπου και όποτε τύχει να χτυπήσετε. Μπορείτε να ξεριζώσετε το λουλούδι, αλλά τίποτα δεν μπορεί να αποτρέψει τον ερχομό της άνοιξης"». Η ιστορία της Μαλαλάι Τζόγια φέρνει στο προσκήνιο ό,τι κατά καιρούς έχει ειπωθεί σχετικά με το Αφγανιστάν. Σύμφωνα με την επίσημη ρητορική, είναι αυτό για το οποίο πολεμούσαμε. Πρόκειται για μια νεαρή Αφγανή που είχε φτιάξει κρυφό σχολείο για κορίτσια υπό το καθεστώς των Ταλιμπάν και, όταν αυτό ανατράπηκε, πέταξε τη μπούρκα, μπήκε στο κοινοβούλιο και αντιμετώπισε τους θρησκευτικούς φονταμενταλιστές. «Οι κυβερνήσεις σας σάς έχουν ρίξει στάχτη στα μάτια. Δε λένε την αλήθεια. Η κατάσταση σήμερα για τις γυναίκες είναι τόσο καταστροφική όσο ήταν και υπό το καθεστώς των Ταλιμπάν. Οι κυβερνήσεις σας έχουν αντικαταστήσει το φονταμενταλιστικό κράτος των Ταλιμπάν με το φονταμενταλιστικό καθεστώς των πολέμαρχων. [Γι' αυτό] πεθαίνουν οι στρατιώτες σας», λέει. Αντί για την υποτιθέμενη ελευθερία, αντιμετωπίζει τον κίνδυνο της θανάτωσης. Η ιστορία της Τζόγια είναι η ιστορία ενός άλλου Αφγανιστάν: αυτού που υπάρχει πίσω από τη μπούρκα και την προπαγάνδα. "Είμαστε οι φύλακες των αδελφών μας" Συνάντησα την Τζόγια σε ένα διαμέρισμα στο Λονδίνο όπου είχε βρει κατάλυμα για μια εβδομάδα - αλλά ακόμη και εδώ, οι κινήσεις της πρέπει να παραμείνουν μυστικές και γι' αυτό μετακομίζει από το ένα ασφαλές σπίτι στο άλλο. Μου ζήτησε να μην αναφέρω σε κανέναν την τοποθεσία. Με υποδέχτηκε στο διάδρομο, μικροσκοπική και λεπτή, με τα μαλλιά της να ανεμίζουν ελεύθερα και με χαιρέτησε δια χειραψίας. Ωστόσο, όταν την τράβηξε ο φωτογράφος, εκείνη άρχισε να γελά κοριτσίστικα. Η θλίψη που ήταν χαραγμένη στο ωχρό της πρόσωπό απομακρύνθηκε και χαμογέλασε: «Δεν μπορώ να συνηθίσω αυτό!». Στη συνέχεια, αφού καθίσαμε να μιλήσουμε για την προσωπική της ιστορία, ο πόνος επανήλθε στο πρόσωπό της για μια ακόμη φορά. Έσφιξε το σώμα της και οι γροθιές ήταν κλειστές. Η Τζόγια ήταν τεσσάρων ημερών, όταν η Σοβιετική Ένωση εισέβαλε στο Αφγανιστάν. Την ημέρα εκείνη, ο πατέρας της εγκατέλειψε τις σπουδές του για να πολεμήσει τον εισβολέα κομμουνιστικό στρατό και εξαφανίστηκε στα βουνά. «Από τότε, το μόνο πράγμα που έχουμε γνωρίσει είναι ο πόλεμος». Θυμάται τον εαυτό της να κάθεται στα πόδια της μητέρας της, ενώ αστυνομικοί λεηλατούν το σπίτι τους για να βρουν ενδείξεις για την κρυψώνα του πατέρα της. Η αγράμματη μητέρα της προσπάθησε να συντηρήσει την οικογένεια με τα 10 παιδιά όσο καλύτερα μπορούσε. Όταν η αστυνομία έγινε πολύ επιθετική, πήγε με τα παιδιά της σε στρατόπεδα προσφύγων κατά μήκος των συνόρων με το Ιράν. Σε αυτές τις βρώμικες παραγκουπόλεις που βρίσκονταν στον παλιό δρόμο του Μεταξιού, συσσωρεύονταν Αφγανοί και αντιμετωπίζονταν ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας από το Ιράν. Τη νύχτα, τα άγρια ζώα περιπλανιόνταν στις σκηνές και επιτίθονταν στα παιδιά. Εκεί, η οικογένεια πληροφορήθηκε ότι ο πατέρας της Τζόγια έχασε το πόδι του από μια νάρκη που εξερράγη. Στα ιρανικά στρατόπεδα προσφύγων δεν υπήρχαν σχολεία, αλλά η μητέρα της Τζόγια ήταν αποφασισμένη ότι οι κόρες της έπρεπε να λάβουν την εκπαίδευση που αυτή δεν έλαβε ποτέ. Έτσι, έφυγαν και πάλι για τα στρατόπεδα στο δυτικό Πακιστάν. Εκεί η Τζόγια άρχισε να διαβάζει και να μορφώνεται. «Πες μου τι έχεις διαβάσει και θα σου πω τι είσαι», λέει. Ξεκινώντας από τις αρχές της εφηβείας της, ρούφηξε όση λογοτεχνία μπορούσε - από την περσική ποίηση μέχρι με τα έργα του Μπέρτολτ Μπρεχτ και τις ομιλίες του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Άρχισε στη συνέχεια να διδάσκει τις νεοαποκτηθείσες γνώσεις της στις ηλικιωμένες γυναίκες στα στρατόπεδα, μεταξύ των άλλων και στη μητέρα της. Σύντομα ανακάλυψε ότι αγαπούσε τη διδασκαλία και, όταν έγινε 16, μια φιλανθρωπική οργάνωση που ονομαζόταν Οργανισμός για την Προώθηση των Δυνατοτήτων των Αφγανών Γυναικών (Organization for Promoting Afghan Women's Capabilities, OPAWC) της έκανε μια τολμηρή πρόταση: Να γυρίσει στο Αφγανιστάν και να δημιουργήσει ένα κρυφό σχολειό για κορίτσια, κάτω από τη μύτη της τυραννίας των Ταλιμπάν. Έτσι, μάζεψε τα λιγοστά της ρούχα και τα βιβλία της και πέρασε λαθραία τα σύνορα. Τότε άρχισαν «οι καλύτερες μέρες της ζωής της». Απεχθανόταν που αναγκαζόταν να φοράει μπούρκα, που δεχόταν παρενοχλήσεις στους δρόμους από την πανταχού παρούσα «vice and virtue» αστυνομία[7] και που ζούσε υπό τη συνεχή απειλή να την ανακαλύψουν και να την εκτελέσουν. Ωστόσο λέει ότι άξιζε το ρίσκο και οι ταπεινώσεις για χάρη των μικρών κοριτσιών. «Κάθε φορά που ένα νέο κορίτσι ερχόταν στην τάξη, ήταν ένας θρίαμβος», λέει ακτινοβολώντας. «Δεν υπάρχει καλύτερο συναίσθημα». Έχει αποφύγει πολλές φορές τη σύλληψη την τελευταία στιγμή. Μια φορά βρισκόταν σε μια τάξη διδασκαλίας στο υπόγειο ενός σπιτιού, όταν η μητέρα της οικογένειας ξαφνικά φώναξε: «Ταλιμπάν! Ταλιμπάν!». «Είπα στις μαθήτριές μου να ξαπλώσουν στο πάτωμα και να μείνουν εντελώς σιωπηλές. Ακούγαμε βήματα από πάνω μας και περιμέναμε για αρκετή ώρα». Σε πολλές περιπτώσεις, απλοί άνδρες και γυναίκες - άγνωστοι - τη βοήθησαν, στέλνοντας την αστυνομία σε λάθος κατεύθυνση. «Κάθε μέρα στο Αφγανιστάν, ακόμη και τώρα, εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, απλές γυναίκες εκφράζουν την αλληλεγγύη μεταξύ τους μέσω τέτοιων μικρών χειρονομιών. Είμαστε φύλακες των αδελφών μας», προσθέτει. Ο OPAWC εντυπωσιάστηκε τόσο μαζί της, που την όρισαν διευθύντριά τους. Η Τζόγια αποφάσισε να φτιάξει μια κλινική για τις φτωχές γυναίκες λίγο πριν από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Όταν ξεκίνησε η αμερικανική εισβολή, οι Ταλιμπάν εγκατέλειψαν την επαρχία της, αλλά οι βόμβες συνέχισαν να πέφτουν. «Πολλές ζωές χάθηκαν χωρίς λόγο, όπως ακριβώς και στην τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου», λέει. «Ο θόρυβος ήταν τρομακτικός, και τα παιδιά κάλυπταν τα αυτιά τους, στρίγγλιζαν κι έκλαιγαν. Καπνός και σκόνη εκλύονταν στον αέρα με κάθε βόμβα που έπεφτε». Μόλις οι Ταλιμπάν υποχώρησαν, αντικαταστάθηκαν από τους πολέμαρχους που κυβερνούσαν το Αφγανιστάν και πρωτύτερα. Η Τζόγια λέει: «Τότε συνειδητοποίησα ότι τα δικαιώματα των γυναικών είχαν ξεπουληθεί εντελώς... Οι περισσότεροι άνθρωποι στη Δύση έχουν οδηγηθεί να πιστεύουν ότι η μισαλλοδοξία και η βία κατά των γυναικών στο Αφγανιστάν άρχισε με το καθεστώς των Ταλιμπάν. Αλλά αυτό είναι ένα ψέμα. Πολλές από τις χειρότερες φρικαλεότητες διαπράχθηκαν από φονταμενταλιστές Μουτζαχεντίν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου μεταξύ του 1992 και του 1996. Αυτοί εισήγαγαν την καταπιεστική νομοθεσία για τις γυναίκες, η οποία συνεχίστηκε από τους Ταλιμπάν και, τώρα, επέστρεψαν στην εξουσία κι υποστηρίζονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αμέσως υιοθέτησαν την παλιά συνήθεια να χρησιμοποιούν βιασμούς για να τιμωρήσουν τους εχθρούς τους και να ανταμείψουν τους μαχητές τους». Οι πολέμαρχοι «κυβερνούν το Αφγανιστάν από τότε», προσθέτει. Ενώ «έχει δημιουργηθεί ένα κοινοβούλιο - βιτρίνα, προς όφελος των ΗΠΑ, στην Καμπούλ» η πραγματική δύναμη «είναι αυτοί οι φονταμενταλιστές που κυβερνούν παντού εκτός από την Καμπούλ». Ως παράδειγμα κατονομάζει τον πρώην κυβερνήτη της Χεράτ, Ισμαήλ Χαν, ο οποίος ίδρυσε τις δικές του «vice and virtue» ομάδες που τρομοκρατούν γυναίκες και καταστρέφουν μέχρι και βίντεο και κασέτες μουσικής. Είχε δική του «ιδιωτική πολιτοφυλακή και ιδιωτικές φυλακές». Το σύνταγμα του Αφγανιστάν δε σημαίνει τίποτα σε αυτά τα ιδιωτικά φέουδα. Η Τζόγια ανακάλυψε τι ακριβώς σημαίνει αυτό, όταν άρχισε να φτιάχνει την κλινική και ένας τοπικός πολέμαρχος της ανακοίνωσε ότι δεν επιτρέπεται, δεδομένου ότι ήταν γυναίκα και εχθρός του φονταμενταλισμού. Παρόλα αυτά, την έφτιαξε και αποφάσισε να καταπολεμήσει το φονταμενταλισμό, συμμετέχοντας στις εκλογές για το κοινοβούλιο (Loya jirga) που θα ψήφιζε το νέο σύνταγμα του Αφγανιστάν. Το κορίτσι αυτό, που ήθελε να χτίσει μια κλινική, γνώρισε μεγάλη υποστήριξη και εξελέγη. «Φαίνεται ότι αποστολή μου θα είναι να εκθέσω την πραγματική φύση του Jirga από τα μέσα». [...] Το βιβλίο "Raising My Voice» της Malalai Joya εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Rider. Όλα τα κέρδη θα διατεθούν για την κίνηση για τα δικαιωμάτων των γυναικών στο Αφγανιστάν. Μετάφραση: Σοφία Παπαγιαννάκη Η ΧΩΡΙΣΜΕΝΗ ΓΚΕΪ ΣΟΥΚΙ ΓΟΥΛΦ Είμαι κι εγώ μια από αυτές τις λεσβίες που έχουν γεννηθεί queer. Σχεδόν από την αρχή ήταν ξεκάθαρο ότι η μικρή Σούκι βρισκόταν σε τροχιά σύγκρουσης με το θηλυκό μυστικισμό. Όταν έκλεισα τα τρία, είχα κερδίσει επάξια τον τίτλο του πολεμοχαρούς αγοροκόριτσου. Αρνήθηκα να φορέσω φόρεμα. Ακόμη και στο νηπιαγωγείο προσπάθησα να σαμποτάρω το μισητό ένδυμα ρίχνοντας μπογιά πάνω του, προκαλώντας έκπληξη στους συμμαθητές μου. Στα έξι μου, είχα χάσει τους ενδυματολογικούς πολέμους, αλλά ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι ποτέ μα ποτέ δε θα παντρευόμουν. Κάθε φορά που προσπαθούσα να φανταστώ ότι θα μεγάλωνα και θα παντρευόμουνα στο μυαλό μου υπήρχε το απόλυτο κενό. Και να κάνω παιδιά; Ασφαλώς όχι. Δεν ήθελα τίποτα από αυτά. Ποιος χρειαζόταν σύζυγο; Ήξερα ότι μόνη μου θα υποστήριζα οικονομικά τον εαυτό μου, παρά ότι θα έψαχνα να βρω έναν άντρα να με συντηρεί. Το όλο θέμα του γάμου δε με απασχολούσε. Έπειτα ήρθαν τα κινήματα για την απελευθέρωση των γυναικών και των γκέι και έμαθα ότι ο προσωπικός μου αγώνας στην ουσία ήταν πολιτικός αγώνας ενάντια στη συστημική καταπίεση - το σεξισμό. Λίγο αργότερα, όμως, ανακάλυψα ότι ο γάμος είναι ο βασικός κοινωνικός θεσμός που εξυπηρετεί την ενίσχυση του σεξισμού, την επιβολή ρόλων στα φύλα, τη δικαιολογία για τους μισθούς-σκλάβων που παίρνουν οι γυναίκες και συντηρεί τις καταφανείς ανισότητες ανάμεσα στα φύλα. Οι γυναίκες είναι κατά κύριο λόγο υπεύθυνες για την ανατροφή και εκπαίδευση των παιδιών και για τα οικιακά. Όλα αυτά είναι ζωτικής σημασίας από κοινωνικής άποψης αλλά αποτελούν απλήρωτη, υποτιμημένη και ιδιωτικοποιημένη εργασία. Ήταν απαραίτητο να ερευνήσω τις διαδικασίες διαζυγίου για να συνειδητοποιήσω ότι ο γάμος ως κοινωνικός θεσμός έχει να κάνει εξ ολοκλήρου με την ιδιοκτησία και σχεδόν καθόλου με την αγάπη. Όταν βρέθηκα στο δικαστήριο οικογενειακού δικαίου στην Καλιφόρνια το 2008, έχοντας κάνει αίτηση να λύσω το δικό μου «συμβόλαιο συμβίωσης» και ανησυχούσα για το αν θα έπρεπε να πληρώσω διατροφή, τότε συνειδητοποίησα πόσο παντρεμένη ήμουν. Σχεδόν ερήμην μου, χωρίς να το συνειδητοποιήσω, βρέθηκα παγιδευμένη στο θεσμό του έγγαμου βίου και των περιουσιακών διακανονισμών που επιβάλει. Πώς συνέβη αυτό; Όταν συνάντησα την πρώην μου, στα μέσα του 1990, ήμουν μονογαμική για χρόνια χωρίς ικανοποιητικά αποτελέσματα. Αυτό που ήθελα ήταν τα βασικά: ένα «σύντροφο ζωής», την αίσθηση ν' ανήκεις κάπου και μια οικογένεια. Ήμουν έτοιμη να σταματήσω να ψάχνω και να χτίσω ένα σταθερό δεσμό. Όταν η πρώην μου ήθελε να τελειώσει το πανεπιστήμιο, φάνηκε πρακτικό να δηλώσουμε ότι μοιραζόμαστε την ίδια στέγη, έτσι ώστε να μπορώ να την καλύπτω με τη δική μου ασφάλεια περίθαλψης στη δουλειά. Όταν επεκτάθηκαν τα δικαιώματα που προέβλεπε το συμβόλαιο, θυμάμαι ότι έλεγα στους ετεροφυλόφιλους συναδέλφους μου πως «απλώς θέλω ίσα δικαιώματα, όλα αυτά που εσείς θεωρείτε δεδομένα». Εκ των υστέρων, ήταν απίστευτα εκπληκτικό πώς περάσαμε από αυτό που νομίζαμε φεμινιστική αγάπη δυο ίσων συντρόφων σε αυτό που λέμε «γάμο», μέσα στον οποίο εγώ ανέλαβα το ρόλο του αρσενικού, αφού ήμουν η μόνη που εργαζόμουνα. Συνήθιζα να γκρινιάζω ότι είχα όλες τις υποχρεώσεις του αρσενικού χωρίς όμως να έχω και τα αντρικά προνόμια. Το 2003 ψηφίστηκε μια νέα νομοθεσία στην Καλιφόρνια, η οποία απαιτούσε από τους συντρόφους να καταθέτουν αγωγή διαζυγίου για να λύσουν τα δεσμά τους. Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να χωρίσουμε πιο πριν, αλλά ποιος θα έθιγε το λεπτό θέμα του διαζυγίου ενώ ήταν ερωτευμένος; Επιπλέον, δεν ήμασταν εμείς και άλλοι σαν εμάς που αλλάξαμε και επαναπροσδιορίσαμε το γάμο με φεμινιστικούς, queer, ριζοσπαστικούς όρους; Δυστυχώς ήμασταν εμείς αυτοί που αλλάξαμε τελικά. Τα ιδανικά μας για ισότητα, αδερφικότητα και αμοιβαία υποστήριξη είχαν εκφυλιστεί σε εξάρτηση, μνησικακία, ενοχή και σε αίσθημα αμοιβαίων υποχρεώσεων. Πάντα ήμουνα περήφανη για την αδυσώπητη αντίσταση ενάντια σε ένα σύστημα που καταπίεζε μέσα μου τις πολλαπλές πλευρές του φύλου, της σεξουαλικότητας και της τάξης μου. Τώρα κάποιος θα μπορούσε να πει πως έκανα τον κύκλο μου και επέστρεψα στις ριζοσπαστικές ρίζες μου. Ο Φρειδερίκος Ένγκελς το έθεσε σωστά. Στο βιβλίο του Η Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους ερευνά την εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας από ένα κοινοτικό μητριαρχικό σύστημα βασισμένο στην κοινοκτημοσύνη των πόρων στην πατριαρχία που βασίζεται στην αρσενική κυριαρχία και την ιδιωτική συσσώρευση του πλούτου. Επομένως, πρέπει να επιτρέπεται στους γκέι να παντρεύονται; Ασφαλώς ναι. Είναι ζήτημα πολιτικού δικαιώματος. Ο γάμος είτε ομοφυλοφιλικός, ετεροφυλοφυλικός, ή όπως αλλιώς, είναι ένας συντηρητικός κοινωνικός θεσμός και δε θα πρέπει να αποτελεί το μόνο ή έστω τον πρωταρχικό στόχο των γκέι ακτιβιστών. Οι queers θα πρέπει να σταματήσουμε να προσπαθούμε να δείχνουμε στους ετεροφυλόφιλους ότι είμαστε σαν κι αυτούς και να πάψουμε να υποστηρίζουμε μονοδιάστατα θέματα όπως ο γάμος. Αντιθέτως, αυτό που χρειάζεται είναι να συνδέσουμε τον αγώνα μας με άλλες καταπιεσμένες ομάδες και να παλέψουμε για έναν κόσμο ο οποίος θα εγγυάται όλα μας τα δικαιώματα. Αυτόν τον καιρό δηλώνω την απόλυτη δέσμευσή μου σ' αυτό.. ……………………………………………………………………………….. Η Sukey Wolf είναι εδώ και πολλά χρόνια αγωνίστρια για τα προοδευτικά δικαιώματα και βετεράνος στα φεμινιστικά και LGBT κινήματα, καθώς και μια χαρούμενη χωρισμένη γκέι. Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην εφημερίδα Freedom Socialist τον Ιούνιο-Ιούλιο 2009. Μετάφραση: Πατεράκη Μαρία Η ΑΡΠΑΓΗ ΤΗΣ ΣΟΔΕΙΑΣ ΒΑΝΤΑΝΑ ΣΙΒΑ Εισαγωγή από το ομώνυμο βιβλίο των εκδόσεων ΕΞΑΡΧΕΙΑ Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, σε κάθε ζήτημα στο οποίο έχω εμπλακεί ως ακτιβίστρια και ακαδημαϊκός έχει αποδειχθεί ότι αυτό που η βιομηχανική οικονομία αποκαλεί «ανάπτυξη» στην πραγματικότητα είναι μια μορφή ληστείας του πλούτου της φύσης και των ανθρώπων. Είναι αλήθεια ότι η ισοπέδωση των δασών ή η μετατροπή των φυσικών δασών σε μονοκαλλιέργειες πεύκου ή ευκάλυπτου, που χρησιμεύουν ως πρώτη ύλη για τη βιομηχανία, αποφέρουν κέρδη και ανάπτυξη. Ωστόσο, αυτή η ανάπτυξη βασίζεται στον περιορισμό της βιοποικιλότητας του δάσους και της δυνατότητάς του να συγκρατεί χώμα και νερό. Αυτή η ανάπτυξη βασίζεται στη ληστεία των δασικών κοινοτήτων, όσον αφορά την τροφή, τις ζωοτροφές, τα καύσιμα, τις πρώτες ύλες ένδυσης, τα φάρμακα και την ασφάλειά τους από τις πλημμύρες και την ανομβρία. Παρότι οι περισσότεροι περιβαλλοντολόγοι αναγνωρίζουν ότι η μετατροπή ενός φυσικού δάσους σε μονοκαλλιέργεια αποτελεί μια υποβάθμιση, πολλοί δεν επεκτείνουν την αντίληψη αυτή και στη βιομηχανοποιημένη γεωργία. Ένας μύθος έχει καλλιεργηθεί από τις πολυεθνικές εταιρίες, στην κατασκευή του οποίου συμβάλλουν οι περισσότεροι συμβατικοί περιβαλλοντολόγοι και οργανισμοί για το περιβάλλον, ότι δηλαδή η βιομηχανοποιημένη γεωργία είναι αναγκαία για να παραχθούν μεγαλύτερες ποσότητες τροφίμων και να περιοριστεί η πείνα. Πολλοί, επίσης, πιστεύουν ότι μέσω της εντατικής, βιομηχανοποιημένης γεωργίας επιτυγχάνεται εξοικονόμηση των πόρων και, με τον τρόπο αυτό, διασώζονται πολλά βιολογικά είδη. Στη γεωργία, όμως, όπως και στην εκμετάλλευση των δασών, η ψευδαίσθηση της ανάπτυξης κρύβει την κλοπή που γίνεται από τη φύση και τους φτωχούς ανθρώπους, μεταμφιέζει τη δημιουργία σιτοδείας ως ανάπτυξη. Οι ληστείες αυτές έχουν αυξηθεί μετά την εμφάνιση της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Μετά την ολοκλήρωση των συνομιλιών στην Ουρουγουάη, που κατέληξαν στη Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου (GATT) το 1994 και την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), θεσμοθετήθηκε και νομιμοποιήθηκε η βιομηχανική ανάπτυξη η οποία βασίζεται στις σοδειές που κλέβονται από τη φύση και τους ανθρώπους. Η Συμφωνία για τα Πνευματικά Δικαιώματα που άπτονται του εμπορίου του ΠΟΕ μετέτρεψε σε έγκλημα την αποταμίευση και το διαμοιρασμό των σπόρων. Η Συμφωνία για τη Γεωργία νομιμοποιεί τη φτηνή πώληση των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων και καθιστά εγκληματικές τις ενέργειες που αποσκοπούν στην προστασία της βιολογικής και πολιτισμικής ποικιλομορφίας, πάνω στις οποίες βασίζονται τα διάφορα συστήματα παραγωγής τροφής. Το κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, που ξεκίνησε με αφορμή την GATT, έχει αναπτυχθεί εντυπωσιακά και είχα την τιμή να συμμετέχω σ' αυτό . Οι φίλοι μου στο Third World Network (Δίκτυο του Τρίτου Κόσμου, Στμ.), συμπεριλαμβανομένου του Τσακραβάρτι Ράγκαβαν, και οι σπουδαίοι άνθρωποι του International Forum on Globalization (Διεθνές Φόρουμ για την Παγκοσμιοποίηση, Στμ.) αποτελούν μια κοινότητα δημιουργικότητας και θέλησης που έχει τολμήσει να αμφισβητήσει την παγκοσμιοποίηση, σε μια εποχή που υποτίθεται ότι η ιστορία έχει φτάσει στο τέρμα της. Παγκοσμίως, έχουμε δει τα κινήματα των πολιτών, που αγωνίζονται ενάντια στα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα και τον έλεγχο των εταιριών πάνω στη γεωργία, να βγάζουν από το περιθώριο του εμπορίου και της οικονομίας τους προβληματισμούς για τις γενετικές τροποποιήσεις και να τους φέρνουν στο προσκήνιο. Τόσο στο συνέδριο του Σεντ Λούις για την καταστροφή της φύσης όσο και στα ελβετικά ή αυστριακά δημοψηφίσματα για τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα ή ακόμη και στην καμπάνια για το πενταετές πάγωμα του εμπορίου των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχω συνεργαστεί με ορισμένους από τους πιο γενναίους και δημιουργικούς ανθρώπους της εποχής μας που αντιμετώπισαν γιγαντιαίες επιχειρήσεις και άλλαξαν την πορεία τους. Επιχειρήσεις, που έχουν κάνει μαριονέτες τις κυβερνήσεις και έχουν δημιουργήσει εργαλεία και θεσμούς, όπως ο ΠΟΕ, για τη δική τους προστασία, τώρα λογοδοτούν στους απλούς ανθρώπους. ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΗΣ ΚΛΕΜΜΕΝΗΣ ΣΟΔΕΙΑΣ Το 1987, το ίδρυμα Dag Hammarskjöld οργάνωσε ένα συνέδριο για τη βιοτεχνολογία με τίτλο: «Οι Νόμοι της Ζωής». Σ' αυτό το κομβικό γεγονός αναδείχθηκαν τα ζητήματα της γενετικής τροποποίησης και των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Στο συνέδριο αυτό ξεκαθαρίστηκε ότι οι γιγαντιαίες χημικές βιομηχανίες επαναπροσδιόριζαν τους εαυτούς τους ως εταιρίες «βιοεπιστημών», των οποίων ο σκοπός ήταν να ελεγχθεί η γεωργία μέσα από δικαιώματα ιδιοκτησίας, γενετικές τροποποιήσεις και συγχωνεύσεις εταιριών. Κατά τη διάρκεια εκείνου του συνεδρίου αποφάσισα να αφιερώσω την επόμενη δεκαετία της ζωής μου στην προσπάθεια αναζήτησης τρόπων, ώστε να αποτρέψω τη μονοπώληση της ζωής και των πόρων της μέσω αντίστασης αλλά και εξεύρεσης εναλλακτικών λύσεων. Το πρώτο βήμα που έκανα ήταν να ιδρύσω το Navdanya (Ναβντάνια, Στμ.), ένα κίνημα για τη διάσωση των σπόρων, την προστασία της βιοποικιλότητας και την αποτροπή της μονοπώλησης των σπόρων και της γεωργίας. Η κοινότητα Ναβντάνια δημιούργησε 16 τράπεζες σπόρων σε έξι πολιτείες στην Ινδία. Σήμερα, η κοινότητα αυτή αποτελείται από χιλιάδες μέλη που στηρίζουν τη βιοποικιλότητα, καλλιεργούν χωρίς να μεταχειρίζονται χημικά φάρμακα και έχουν δεσμευτεί να συνεχίσουν να διασώζουν και να μοιράζονται τους σπόρους και τα αγαθά της βιοποικιλότητας, που έχουν λάβει ως δώρα από τη φύση και τους προγόνους τους. Η δέσμευση της Ναβντάνια για τη διάσωση των σπόρων σημαίνει ότι δεν αποδεχόμαστε τους νόμους για τα δικαιώματα αποκλειστικής ιδιοκτησίας που έχουν μετατρέψει την αποταμίευση των σπόρων σε έγκλημα. Οι νόμοι για την αποκλειστική ιδιοκτησία των σπόρων, που επιβλήθηκαν στις χώρες από τον ΠΟΕ, δεν είναι ο μοναδικός τρόπος με τον οποίο ληστεύονται οι πόροι των φτωχών του Τρίτου Κόσμου για να πλουτίζουν οι γιγαντιαίες επιχειρήσεις. Το 1994, οι παραθαλάσσιες κοινότητες της Ινδίας με κάλεσαν να υποστηρίξω τον αγώνα τους ενάντια στη βιομηχανική εκτροφή γαρίδων, η οποία επεκτεινόταν σαν καρκίνος κατά μήκος των 7.000 χιλιομέτρων ακτής της Ινδίας. Οι Τζαγκανάθαν, ένα καταπληκτικό ζευγάρι υποστηρικτών της φιλοσοφίας του Γκάντι, ηγούνταν μιας Σατιαγκράχα για τις γαρίδες, δηλαδή ενός αγώνα μη βίαιης άμεσης δράσης, προκειμένου να σταματήσουν την καταστροφή των παράκτιων οικοσυστημάτων και κοινοτήτων. Ενώσαμε τις δυνάμεις μας με άλλους, όπως ο Μπάνκεϊ Μπεχάρι Ντας από την πολιτεία Όρισα, ο Τομ Κόχερι από την Κεράλα, ο Τζεσουριθίναμ από την Ταμίλ Ναντού, ο Κλωντ Αλβάρες από την Γκόα και ο Τζέικομπ Νταρμαράχ από την Άντρα Πράντες, για να αντιμετωπίσουμε τη βιομηχανία εκτροφής γαρίδων στην εκδίκαση της υπόθεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο της Ινδίας το 1996. Παρότι, όμως, το δικαστήριο έβγαλε απόφαση υπέρ μας, τα εμπορικά συμφέροντα προσπάθησαν να υπονομεύσουν τη δικαστική απόφαση. Τον Αύγουστο του 1998 έγινα μάρτυρας της καταστροφής της οικονομίας λαδιού της Ινδίας από την επιβολή του σογιέλαιου· μια τακτική που επαναλαμβάνεται σε κάθε τομέα της γεωργίας και της οικονομίας τροφίμων. Τα κινήματα γυναικών και αγροτών αντιστάθηκαν στην εισαγωγή του επιδοτημένου σογιέλαιου, για να αποτρέψουν την καταστροφή της ζωής τους και της παραδοσιακής διατροφικής τους κουλτούρας. Στον αγώνα αυτό, διακήρυξαν ότι η διατροφή, απαλλαγμένη από γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα, δεν είναι μια πολυτέλεια των πλουσίων. Είναι βασικό στοιχείο του δικαιώματος για ασφαλή, προσβάσιμη και πολιτισμικά κατάλληλη διατροφή. Στις 9 Αυγούστου 1998, ημέρα της γιορτής «Quit India», αφιερωμένη στην έκκληση του Μοχάντας Κ. Γκάντι προς τους Βρετανούς να παρατήσουν την Ινδία, ξεκινήσαμε την καμπάνια «Monsanto, Παράτησε την Ινδία» ενάντια στην αρπαγή των σπόρων και των τροφίμων μας. Αυτό το κίνημα ενάντια στις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες και τροφές αποτελεί τώρα ένα παγκόσμιο κίνημα πολιτών, που περιλαμβάνει καλλιεργητές και καταναλωτές, ακτιβιστές και επιστήμονες. Το βιβλίο αυτό περιγράφει τις ιστορίες καταστροφής του γεωργικού και διατροφικού συστήματος, καθώς και την αντίσταση των λαϊκών κινημάτων στην καταστροφή αυτή. Οι καιροί είναι συναρπαστικοί. Όπως δείχνουν τα παραδείγματα στο βιβλίο αυτό, ο έλεγχος της ζωής μας και του πλανήτη από τις εταιρίες δεν είναι αναπόφευκτος. Έχουμε τη δυνατότητα να καθορίσουμε το μέλλον μας. Έχουμε οικολογικό και κοινωνικό καθήκον να διασφαλίσουμε ότι η τροφή που τρώμε δεν είναι από κλεμμένη σοδειά. Επιτελώντας αυτό το καθήκον, έχουμε την ευκαιρία να εργαστούμε για την ελευθερία και την απελευθέρωση όλων των βιολογικών ειδών και όλων των ανθρώπων. Κάτι τόσο απλό και βασικό, όπως η τροφή, έχει γίνει το πεδίο αυτών των πολλαπλών και ποικίλων απελευθερώσεων, στις οποίες ο καθένας μας έχει την ευκαιρία να συμμετέχει – ανεξάρτητα από το ποιος είναι ή πού βρίσκεται. Μετάφραση: Δημήτρης Κωνσταντίνου [1] Emma Goldman, Woman Suffrage, Anarchism and Other Essays, Dover, 1969, 195-211. [2] Philip Foner, Helen Keller:Her Socialist Years, International Publishers, 1967. [3] Υποστηρικτές του Prohibition Party. Κόμμα που υποστηρίζει την απαγόρευση διαφόρων συμπεριφορών και πρακτικών. Είναι γνωστό για την καμπάνια του ενάντια στο αλκοόλ. Στμ. [4] Είναι οι αναρχικοί (Κροπότκιν, Μπακούνιν, Έμμα Γκόλντμαν και Αλεξάντερ Μπέρκμαν) που υπήρξαν οι πιο πειστικοί κριτικοί της παραδοσιακής αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης την οποία έκριναν ως απογοητευτική για τις αρχές της δημοκρατίας και υποστήριξαν πιο σθεναρά την άμεση δράση. Ας σημειώσουμε την απόρριψη της Γκόλντμαν για τη συνταγματική τροποποίηση που αφορούσε τη Γυναικεία Ψήφο και την επιμονή της ότι οι γυναίκες πρέπει να κατακτήσουν την ισότητα από μόνες τους και άμεσα μέσα στην καθημερινότητα: οικογένεια, δουλειά, κοινωνία. Πιστεύω ότι ο Μαρξ ο ίδιος θα συμφωνούσε με την αναρχική κριτική και θα απέρριπτε τις μεθόδους διακυβέρνησης που θέσπισαν οι αυτοαποκαλούμενες σοσιαλιστικές κοινωνίες – αντιπροσωπευτικά σώματα που απείχαν πολύ από το να εξουσιάζει ο λαός. Το πιο ενδιαφέρον γραπτό του Μαρξ για το θέμα είναι το Critique of Hegel's «Philosophy Of Right». Η γλώσσα του είναι λίγο δύσκολη: Πολιτική ζωή «είναι ο σχολαστικισμός της ζωής του ανθρώπου… Δημοκρατία είναι η άρνηση της αλλοτρίωσης εντός της αλλοτρίωσης». Ωστόσο ξεκάθαρα επιθυμεί να τερματίσει την πορεία της «πολιτικής ζωής» ως ανεξάρτητη σφαίρα, επιθυμεί αυτό που αποκαλεί «πολιτική κοινωνία» να ενσωματωθεί με το «πολιτικό κράτος». Μιλάει για «τη μεγαλύτερη δυνατή παγκοσμιοποίηση της ψηφοφορίας, τόσο της ενεργής όσο και της παθητικής ψήφου». [5] Το Γενικό Πλαίσιο Συμφωνίας για την Ειρήνη στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, επίσης γνωστό ως Συμφωνία του Dayton, ή Dayton Συνθήκη, Πρωτόκολλο του Παρισιού ή Συμφωνία Dayton-Παρίσι, είναι η συνθήκη ειρήνης που διαμορφώθηκε στην Αεροπορική Βάση Wright-Patterson κοντά στο Dayton του Οχάιο το Νοέμβριο του 1995 και υπογράφτηκε επίσημα στο Παρίσι στις 14 Δεκεμβρίου του 1995. Η συνθήκη αυτή έβαζε τέλος στον πόλεμο της Βοσνίας που διήρκεσε τριάμισι χρόνια, μια από τις ένοπλες συγκρούσεις στην πρώην Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (στμ). [6] Μια βιωματική μέθοδο προσέγγισης που δε βασίζεται απαραίτητα σε προκατασκευασμένες υποθέσεις. Στμ. [7] Είχε συσταθεί υπό το καθεστώς των Ταλιμπάν για να καθορίσει και να επιβάλει τα ηθικά πρότυπα που έπρεπε να υιοθετήσει η κοινωνία. |
__________________________________________________
Χρησιμοποιείτε Yahoo!;
Βαρεθήκατε τα ενοχλητικά μηνύματα (spam); Το Yahoo! Mail διαθέτει την καλύτερη δυνατή προστασία κατά των ενοχλητικών μηνυμάτων
http://mail.yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου