Ο Νόμος έρχεται, ο Άνθρωπος φεύγει… Δημήτρης Κωνσταντίνου … Καλωσορίσατε στο Σύστημα. Η προσωπική κρίση δεν επιτρέπεται. Δεν καλλιεργείται, κι αν εμφανιστεί εκεί που δεν τη σπέρνουν, ξεριζώνεται. Η κοινή λογική πέθανε. Δεν επιτρέπονται μεταξύ σας διαβουλεύσεις. Ούτε επαφές. Δεν επιτρέπεται να λύσετε τίποτα μόνοι σας. Δε μάθατε ποτέ να συμμετέχετε. Είστε εσώκλειστοι, ακόμη κι έξω απ' τη φυλακή. Είστε μόνοι σας, και είστε άβουλοι. Τρέμετε σαν τα ψάρια. Ανυπεράσπιστοι. Είστε ανίκανοι και κακοί. Δε βλέπετε τίποτα έξω από τον εαυτό σας. Δείχνετε τα δόντια σας ο ένας στον άλλον. Ποιος θα σας σώσει από τον ίδιο σας τον εαυτό; Παρακαλάτε. Μόνη σωτηρία ο Νόμος. Ο δικός μας Νόμος. Είμαστε ειδικοί. Απόφοιτοι. Είστε αγράμματοι, άσχετοι. Είστε θρασύδειλοι. Λαϊκοί. Ξεχάστε τις δέκα εντολές. Στη θέση της ηθικής ο Νόμος. Χρειάζεστε κώδικα γραπτό, άπειρους συνδυασμούς 0 και Ι, νόμους-σκιές να σας ακολουθούν παντού. Να μην μπορείτε να τις αγγίξετε. Να γεννιέστε σύμφωνα με το Νόμο και να τρέφεστε όπως αυτός ορίζει. Να ξεδιψάτε με το Νόμο. Στα σπίτια σας να ισχύει ο Νόμος. Στους δρόμους, Νόμος. Στο δάσος, Νόμος. Να διδάσκεστε σύμφωνα με το Νόμο. Να κάνετε παρέα με το Νόμο. Στον έρωτα θέλετε Νόμο. Στη συμβίωση, Νόμο. Παιδιά, Νόμιμα. Στη γνώση, Νόμο. Στη μετακίνηση των ανθρώπων, Νόμο. Ψυχαγωγία σύμφωνα με το Νόμο. Και στο διαδίκτυο, Νόμος. Παντού η μουσική του Νόμου. Θάνατος σύμφωνα με το Νόμο! Παντού τάξη και ουρές. Ο Νόμος έρχεται, ο άνθρωπος φεύγει… Α! Η φαντασία είναι εμπόδιο. Ρυθμίστε την. Στη θέση της ο Νόμος. Χαράξτε τον στο μυαλό και στο κορμί ανεξίτηλα. Να θυμάστε: Όλοι ένοχοι εκ των προτέρων. Δυνάμει εγκληματίες. Χωνέψτε το. Πρέπει να ντρέπεστε γι' αυτό, υπακούστε! Όχι στο δικό σας νόμο. Στο δικό μας, κι όπως εμείς τον ερμηνεύουμε. Δεν είμαστε βασιλιάδες, ούτε αρχιερείς. Είμαστε πλούσιοι, πανίσχυροι, ειδικοί, θα τα ρυθμίσουμε όλα. Θα σας φροντίσουμε. Εσείς ένα πράγμα πρέπει να κάνετε. Ψωνίστε. Και μεθύστε. Αν μπορείτε. Κοιτάξτε, μυρίστε, ακούστε! Καλώς ήρθατε στον παράδεισο. Μόνο μην αγγίζετε. Είναι για λίγους. Έχουμε ελεύθερη αγορά. Μέχρι εκεί που φτάνετε. Δεν πεινάτε, αλλά θέλετε κι άλλα; Ανίκανοι, δεν τα καταφέρνετε; Εσείς φταίτε. Τολμάτε; Μεθύσατε με τον παράδεισο και περιφρονείτε το Νόμο; Ανομία. Τι θράσος! Μία λύση υπάρχει. Τιμωρία. Όσο εσείς μηχανεύεστε, περισσότεροι νόμοι. Πλημμυρίδα. Και περισσότεροι φυλακισμένοι. Να σαπίζουν στα σίδερα. Στην ξεφτίλα. Μέσα κι έξω από τις φυλακές. Πολυκατοικίες, σχολεία, νοσοκομεία και στρατώνες. Γραφεία, επιχειρήσεις. Οι επιγραφές αλλάζουν. Σκοπός του Αρχιτέκτονα: απομόνωση, επιτήρηση, υποταγή. Έτσι είστε υποχρεωμένοι να ζήσετε. Μπορείτε· απαραίτητα γρανάζια. Βεβαίως ν' αγωνιστείτε, ρεφορμιστικά. Μια μέρα κάτι θα κερδίσετε. Την άλλη μπορεί να χάσετε τα διπλά. Μην ξεχνάτε, είστε στο χωράφι μας. Εμείς το περιφράξαμε. Έξω από δω, άγνωστο και φόβος. Μέσα φυλακές, έξω το κενό. Θέλετε σιγουριά. Δε φταίμε εμείς, κοιτάξτε μέσα σας, το φόβο. Σύστημα εξουσίας χωρίς Νόμους και Φυλακές δε γίνεται.
Εκλογές ΗΠΑ και Λατινική Αμερική Απόσπασμα από άρθρο του Νόαμ Τσόμσκι Οι αντιδράσεις για την εκλογή Ομπάμα, απ' όλο το φάσμα, υιοθέτησαν τη «μεγαλοπρεπή ρητορική» που ήταν σήμα κατατεθέν της καμπάνιας του Ομπάμα. Ο βετεράνος ανταποκριτής Τζον Χιουζ έγραψε ότι «η Αμερική έδωσε στον κόσμο ένα εκπληκτικό παράδειγμα εφαρμοσμένης δημοκρατίας», ενώ για τον βρετανό ιστορικό-δημοσιογράφο Τρίστραμ Χαντ, η εκλογή έδειξε ότι η Αμερική είναι μια χώρα «όπου συμβαίνουν θαύματα» σαν το «δοξασμένο έπος του Μπάρακ Ομπάμα» (αριστερός γάλλος δημοσιογράφος Ζαν Ντάνιελ). «Σε καμία άλλη χώρα στον κόσμο δεν είναι δυνατή μία τέτοια εκλογή», είπε η Κάθριν Ντούραντιν του Ινστιτούτου Διεθνών και Στρατηγικών Σχέσεων στο Παρίσι. Πολλοί άλλοι δεν ήταν λιγότερο ενθουσιασμένοι. Η ρητορική αυτή δικαιολογείται κάπως αν μείνουμε στα στενά όρια της Δύσης, αλλά πέρα απ' αυτή τα πράγματα είναι διαφορετικά. Δείτε τη μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου, την Ινδία. Η πρωθυπουργός της Πολιτείας Ούταρ Πράντες, που είναι μεγαλύτερη από τα περισσότερα κράτη του κόσμου και είναι γνωστή για τη φρικιαστική αντιμετώπιση των γυναικών, όχι μόνο είναι γυναίκα, αλλά είναι και Νταλίτ (παρίας) της χαμηλότερης βαθμίδας του ντροπιαστικού καστικού συστήματος της Ινδίας. Επιστρέφοντας στο δυτικό ημισφαίριο, αναλογιστείτε τις δύο πιο φτωχές του χώρες: Αϊτή και Βολιβία. Στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές της Αϊτής το 1990, λαϊκά κινήματα οργανωμένα στις παραγκουπόλεις, ακόμη και χωρίς πόρους, εξέλεξαν το δικό τους υποψήφιο, το φιλολαϊκό ιερέα Ζαν-Μπέρτραντ Αριστίντ. Τα αποτελέσματα εξέπληξαν τους παρατηρητές που περίμεναν μια εύκολη νίκη για τον υποψήφιο της ελίτ και των ΗΠΑ, πρώην αξιωματούχο της Παγκόσμιας τράπεζας. Πράγματι, η νίκη της δημοκρατίας πολύ γρήγορα ανατράπηκε από στρατιωτικό πραξικόπημα, που οδήγησε σε χρόνια τρόμου και σε βάσανα μέχρι σήμερα. Τεράστια ήταν η συμμετοχή των δύο παραδοσιακών βασανιστών της Αϊτής, της Γαλλίας και των ΗΠΑ (αντίθετα με τα ψέματα εσωτερικής κατανάλωσης). Αλλά η νίκη, από μόνη της, ήταν ένα πολύ πιο «εκπληκτικό παράδειγμα εφαρμοσμένης δημοκρατίας» από το θαύμα του 2008. Το ίδιο ισχύει για τις εκλογές του 2005 στη Βολιβία. Η ιθαγενής πλειοψηφία, ο πιο καταπιεσμένος πληθυσμός στο ημισφαίριο (όσοι έχουν επιβιώσει απ' αυτόν) εξέλεξε έναν υποψήφιο από τις γραμμές του, ένα φτωχό χωρικό, τον Έβο Μοράλες. Η εκλογική νίκη εκεί δεν βασίστηκε σε μεγαλοπρεπείς ρητορικές για «ελπίδα και αλλαγή», ούτε στη γλώσσα του σώματος και σε πεταρίσματα των βλεφαρίδων, αλλά στα κρίσιμα ζητήματα, τα πολύ καυτά για τους ψηφοφόρους: έλεγχος των πόρων, πολιτισμικά δικαιώματα κλπ. Ακόμη περισσότερο, οι εκλογές ήταν κάτι παραπάνω από μια προσπάθεια απόσπασης ψήφων. Ήταν ένα στάδιο σε μια μακρόχρονη και εντατική πορεία λαϊκών αγώνων ενάντια στη στυγνή καταπίεση, κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν σημαντικές νίκες, όπως, για παράδειγμα, ενάντια στην προσπάθεια ιδιωτικοποίησης του νερού και αποστέρησης των φτωχών από το αγαθό. Αυτά τα λαϊκά κινήματα όχι μόνο δεν έπαιρναν οδηγίες από κομματικούς ηγέτες. Αντίθετα, διαμόρφωναν τις πολιτικές που οι υποψήφιοί τους επιλέγονταν να εφαρμόσουν. Αυτό είναι κάτι πολύ διαφορετικό από το δυτικό μοντέλο δημοκρατίας, όπως βλέπουμε ξεκάθαρα από τις αντιδράσεις για τη νίκη του Ομπάμα. Το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Wall Street Journal έγραφε: «Η Λαϊκή Στρατιά είναι Ακόμη σε Ετοιμότητα», δηλαδή έτοιμη να εκτελέσει οδηγίες για να «προωθήσει το πρόγραμμα του Ομπάμα», όποιο κι αν είναι αυτό. Οι οργανωτές του Ομπάμα θεωρούν το δίκτυο που δημιούργησαν «ως ένα μαζικό κίνημα με πρωτοφανείς δυνατότητες επηρεασμού των ψηφοφόρων», σύμφωνα με την εφημερίδα Los Angeles Times. Το κίνημα που οργανώθηκε γύρω από τη «φίρμα Ομπάμα» μπορεί να πιέσει το Κογκρέσο «να ακολουθήσει το πρόγραμμα του Ομπάμα». Αλλά δεν πρόκειται να αναπτύξει το ίδιο ιδέες και προγράμματα, και μετά να ζητήσει από τους αντιπροσώπους του να τα εφαρμόσουν. Αυτό θα ήταν «παλιομοδίτικος τρόπος πολιτικής», από τον οποίο οι νέοι «ιδεαλιστές» έχουν «ξεφύγει». Είναι διδακτικό να συγκρίνουμε αυτή την εικόνα με τη λειτουργία της δημοκρατίας στη Βολιβία. Τα λαϊκά κινήματα του τρίτου κόσμου δεν συμβιβάζονται με το διαδεδομένο δυτικό δόγμα ότι «δουλειά» των «ανίδεων και βέβηλων, παρεμβατικών ανθρώπων» – δηλαδή του λαού – είναι «να παρατηρεί απλώς τη δράση» και όχι «να συμμετέχει». (Ουόλτερ Λίπμαν, εκφράζοντας μία καθιερωμένη προοδευτική άποψη.) Ίσως υπάρχει κάποια αλήθεια στα διαδεδομένα σλόγκαν περί «σύγκρουσης των πολιτισμών». Σε παλιότερες περιόδους της αμερικανικής ιστορίας, το κοινό αρνήθηκε να περιοριστεί στη «δουλειά» που του είχαν αναθέσει. Ο λαϊκός ακτιβισμός αποτέλεσε επανειλημμένα τη δύναμη που κατέκτησε ουσιαστικά οφέλη στους τομείς της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Η πραγματική ελπίδα, όσον αφορά την καμπάνια του Ομπάμα, θα γεννηθεί όταν αυτή η «λαϊκή στρατιά», που οργανώθηκε για να δέχεται οδηγίες από τον ηγέτη, «απελευθερωθεί» και επιστρέψει στον «παλιομοδίτικο τρόπο πολιτικής», συμμετέχοντας ενεργά στη δράση. Λατινική Αμερική Στη Βολιβία, όπως και στην Αϊτή, οι προσπάθειες της προώθησης της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και των πολιτισμικών δικαιωμάτων, και η πραγματοποίηση των απεγνωσμένα αναγκαίων δομικών και θεσμικών αλλαγών αντιμετωπίζουν, φυσικά, την οργισμένη αντίδραση των παραδοσιακών αρχόντων, της εξευρωπαϊσμένης λευκής ελίτ στα ανατολικά, περιοχή με τους πιο αναγκαίους για τη Δύση πόρους. Επίσης φυσιολογικά, το ημιαυτονομιστικό τους κίνημα υποστηρίζεται από την Ουάσινγκτον, η οποία μετά βίας καταφέρνει να κρύψει την απέχθειά της για τη δημοκρατία, όταν αυτή δεν συμβιβάζεται με τα στρατηγικά και οικονομικά της συμφέροντα. Η εξαγωγή συμπερασμάτων από τα επιμέρους δεδομένα είναι βασικό στοιχείο της σοβαρής διανόησης, αλλά δεν αγγίζει τις ανταποκρίσεις δημοσιογράφων που μιλούν για ιερό «σχέδιο ελευθερίας». Για να τιμωρήσει τους Βολιβιανούς, που έδωσαν «στον κόσμο ένα εκπληκτικό παράδειγμα εφαρμοσμένης δημοκρατίας», η κυβέρνηση Μπους ακύρωσε εμπορικές συμφωνίες, απειλώντας δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, με την πρόφαση ότι η Βολιβία δεν συνδράμει στις προσπάθειες των ΗΠΑ ενάντια στα ναρκωτικά. Στην πράξη, ο ΟΗΕ υπολογίζει ότι η παραγωγή κόκας στη Βολιβία αυξήθηκε 5% το 2007, σε σύγκριση με 26% αύξηση στην Κολομβία, το τρομοκρατικό κράτος που είναι ο πιο πιστός σύμμαχος της Ουάσινγκτον στην περιοχή και ο αποδέκτης τεράστιας στρατιωτικής βοήθειας. Το Ασοσιέιτεντ Πρες αναφέρει ότι «οι κατασχέσεις κοκαΐνης από τη βολιβιανή αστυνομία, που συνεργάζεται με πράκτορες της αμερικανικής Δίωξης Ναρκωτικών, αυξήθηκαν επίσης κατακόρυφα κατά τη διακυβέρνηση Μοράλες». Οι «πόλεμοι κατά των ναρκωτικών» έχουν χρησιμοποιηθεί τακτικά ως πρόφαση για καταπίεση, βία και κρατικά εγκλήματα, και στο εσωτερικό της χώρας. Μετά τη νίκη του Μοράλες σε ένα επαναληπτικό δημοψήφισμα τον Αύγουστο του 2008, όπου αυξήθηκε κατά λίγο το ποσοστό του από το 2005, η αντίδραση των δεξιών έγινε βίαιη, οδηγώντας στη δολοφονία πολλών χωρικών που υποστήριζαν την κυβέρνηση. Μετά τη σφαγή, πραγματοποιήθηκε μία σύνοδος κορυφής της UNASUR, της νεοσχηματισμένης Ένωσης των Νοτιο-Αμερικανικών Δημοκρατιών, στο Σαντιάγκο της Χιλής. Η σύνοδος κατέληξε σε μία ισχυρή δήλωση υποστήριξης προς την εκλεγμένη κυβέρνηση Μοράλες, που διαβάστηκε από τη χιλιανή Πρόεδρο Μισέλ Μπασελέ. Στη δήλωση αναφερόταν «η πλήρης και κατηγορηματική υποστήριξη προς τη συνταγματική κυβέρνηση του Προέδρου Έβο Μοράλες, που είχε τη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού», αναφερόμενη στη συντριπτική του νίκη στο δημοψήφισμα του Αυγούστου. Ο Μοράλες ευχαρίστησε την UNASUR για την υποστήριξή της, παρατηρώντας: «Για πρώτη φορά στην ιστορία της Νότιας Αμερικής, οι χώρες της περιοχής μας αποφασίζουν πώς θα λύσουν τα προβλήματα χωρίς την παρουσία των ΗΠΑ». Ένα γεγονός τεράστιας σημασίας, που δεν ακούστηκε ποτέ στις ΗΠΑ. Μετάφραση: Ελένη Βασάλος ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΤΗΣ ΜΑΥΡΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΙΣΧΥΟΣ Μούμια Αμπού-Τζαμάλ[1] Μια και βρισκόμαστε στην παραμονή του σπουδαιότερου μάλλον κατορθώματος των μαύρων στην ιστορία των ΗΠΑ[2], θα ήταν χρήσιμο να εξετάσουμε το παρελθόν τής πολιτικής αρχηγίας των μαύρων σ' αυτή τη χώρα. Οι περισσότεροι ιστορικοί αναλυτές θεωρούν την εκλογή του Καρλ Στοκς (1927-1996) το 1967, στη θέση του δημάρχου στην πόλη Κλίβελαντ της πολιτείας του Οχάιο, ως την ανάδυση της μαύρης πολιτικής ισχύος στις αμερικάνικες μεγαλουπόλεις. Πολλοί μαύροι είδαν την εκλογή αυτή ως την αρχή μιας εποχής ελευθερίας για τη φυλή μας. Από το 1960 μέχρι σήμερα, έχουμε ασφαλώς απαλλαγεί από τις αυταπάτες μας. Το γεγονός ότι για κάποιο μικρό χρονικό διάστημα υπήρξαν μαύροι πολιτικοί αρχηγοί, οπωσδήποτε ήταν πηγή περηφάνιας, όχι όμως και πηγή πολιτικής δύναμης για τους μαύρους. Κι αυτό γιατί ως αντιπρόσωποι των πολιτειών πρέπει να υπερασπιστούν τα συμφέροντα των τελευταίων, ακόμα και όταν αυτά έρχονται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των ανθρώπων της φυλής τους. Ως παράδειγμα ας εξετάσουμε την περίπτωση του δήμαρχου Στοκς. Ο Στοκς, λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, διόρισε ως διευθυντή της ομάδας που ήταν υπεύθυνη για τη δημόσια προστασία του (ένα είδος αστυνομικού υπεραρχηγού) τον Μπέντζαμιν Ο. Ντέιβις, πρώην αντιστράτηγο του αμερικάνικου στρατού. Ο στρατηγός Ντέιβις, φρέσκος από τις κακουχίες στο Βιετνάμ, παρήγγειλε 30.000 σφαίρες κοίλου γεμίσματος (ή ντουμ-ντουμ), των οποίων η χρήση παραβιάζει τους νόμους του πολέμου. Ποιο ήταν το αντικείμενο της οργής του; Το παράρτημα των «Μαύρων Πανθήρων» στο Κλίβελαντ και ένα τοπικό γραφείο της Εθνικής Επιτροπής Καταπολέμησης του Φασισμού, μιας ομάδας που υποστήριζε τους Πάνθηρες. Τον Αύγουστο του 1970, ο στρατηγός Ντέιβις παραιτήθηκε από τη θέση του επικρίνοντας το δήμαρχο Στοκς που δεν τον στήριξε επαρκώς στη μάχη του εναντίον ριζοσπαστών όπως οι Πάνθηρες. Ο Στοκς, ως ο πιο επιδέξιος στην πολιτική ανάμεσα στους δύο, έκανε τον Ντέιβις να φανεί ως ο κακός της υπόθεσης, αφού ο τελευταίος είχε παραγγείλει πυρομαχικά που παραβίαζαν τη Συνθήκη της Γενεύης. Όμως τα προσωπικά έγγραφα του Στοκς αποκάλυψαν ότι οι δύο άντρες στις συναντήσεις τους είχαν συμφωνήσει πως οι σφαίρες ντουμ-ντουμ ήταν το κατάλληλο όπλο εναντίον των Πανθήρων. Το γεγονός ότι ο δήμαρχος ήταν μαύρος δε σήμαινε ότι δεν ήταν αφοσιωμένος στην εξάρθρωση μιας μαύρης οργάνωσης. Αντιθέτως, σε περιόδους μαύρης εξέγερσης και μαζικής δυσφορίας, οι μαύροι δήμαρχοι μοιάζουν να είναι το ιδανικό μέσο καταστολής, γιατί ξορκίζουν τις κατηγορίες για ρατσιστική συμπεριφορά. Αν ο Μπάρακ Ομπάμα γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ, αυτό θα είναι ένα σημαντικό πολιτικό επίτευγμα, που θα οφείλεται μόνο στις ψήφους εκατομμυρίων λευκών, και ειδικότερα των μικρότερων σε ηλικία ψηφοφόρων. Το γεγονός αυτό όχι μόνο δε μειώνει ένα τέτοιο επίτευγμα, ίσα ίσα μεγαλώνει τη σημασία του. Αλλά η ύπαρξη μαύρων σε υψηλά πόστα δε φέρνει ελευθερία. Κι αυτό γιατί η πολιτική ισχύς είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από την ικανότητα εντυπωσιασμού των ανθρώπων. Πολιτική ισχύς είναι η ικανότητα επίτευξης των πολιτικών στόχων των ανθρώπων για ελευθερία, ανεξαρτησία και ευ ζην. Είμαστε τόσο μακριά από την κατάκτηση αυτών των στόχων όσο και το 1967.
ΜΕΤΑ-ΡΑΤΣΙΣΤΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ; Μούμια Αμπού-Τζαμάλ Ως επακόλουθο των προεδρικών εκλογών των ΗΠΑ δημιουργήθηκε σε εκατομμύρια ανθρώπους η πεποίθηση ότι φτάσαμε στη γη της Επαγγελίας. Επικαλούνται τη ρητορική και τις εικόνες που χρησιμοποιούσε ο Αιδεσιμότατος Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, υπονοώντας ότι το Όραμά του, όπως με σαφήνεια αποτυπώθηκε στην επική του ομιλία "I Have a Dream", έχει επιτευχθεί. Είναι βαθιά πεπεισμένοι ότι η ελευθερία κερδήθηκε, μια και όλοι ζούμε σε μια «μετα-ρατσιστική Αμερική». Είναι όμως έτσι; Οπωσδήποτε, όλοι μας βρισκόμαστε σε μια ιστορική καμπή, αφού κάτι τέτοιο δεν έχει ξανασυμβεί στο παρελθόν. Αλλά υπήρχε μια περίοδος, όχι και τόσο μακρινή, που παρόμοια συναισθήματα άγγιξαν τους πολίτες όλης της χώρας και ειδικά τις καρδιές των μαύρων. Αισθάνονταν ότι χάραζε μια νέα μέρα, όπου οι παλιές συμπεριφορές θα είχαν γκρεμιστεί και η ελευθερία θα ήταν μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα. Αναφέρομαι στην εποχή της Ανοικοδόμησης, όταν το κράτος επισήμως επέκτεινε τα πολιτικά δικαιώματα σε εκατομμύρια μαύρους άντρες (όχι στις γυναίκες, σημειωτέον) και ένα σωρό μαύροι κατέλαβαν πολιτειακές και ομοσπονδιακές κυβερνητικές θέσεις. Τότε ξεκίνησε η θέσπιση προοδευτικών νόμων με σκοπό τη βελτίωση των απαίσιων συνθηκών διαβίωσης εκατομμυρίων ανθρώπων και την ισότιμη μεταχείριση μαύρων και λευκών. Αλλά η εποχή της Ανοικοδόμησης διήρκεσε λίγο, εξαιτίας της δολοφονίας του Αβραάμ Λίνκολν, της προδοσίας των απελεύθερων μαύρων από την Ομοσπονδιακή κυβέρνηση και της εκστρατείας λευκών τρομοκρατών εναντίον μαύρων και δημοκρατικών. Όλα αυτά συνέβαλαν στην επαναφορά της λευκής κυριαρχίας. Το Ανώτατο Δικαστήριο επίσης έπαιξε ένα βασικό ρόλο στις δίκες του 1873, γνωστές ως "The Slaughterhouse Cases", στις οποίες επικράτησε η άποψη ότι τα πολιτικά δικαιώματα που θεσπίζονται από τις πολιτείες υπερισχύουν των αντίστοιχων συνταγματικών της Ομοσπονδίας, παρότι οι Τροποποιήσεις 13, 14 και 15 του Συντάγματος των ΗΠΑ καθόριζαν το αντίθετο. Έτσι, οι Νότιοι πήραν το μήνυμα ότι η άρνησή τους να παραχωρήσουν πολιτικά δικαιώματα στους μαύρους καθώς και ο φυλετικός διαχωρισμός που επέβαλλαν δεν θα έθιγαν το Σύνταγμα, όπως το είχαν ερμηνεύσει οι εν λόγω δίκες. Οι ελπίδες, τα όνειρα και οι ελευθερίες εκατομμυρίων ανθρώπων ακυρώθηκαν για πάνω από έναν αιώνα, έτσι ώστε να μπορέσει να υπερισχύσει η λευκή κυριαρχία και το ψέμα της. Στο τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, όταν επισήμως καταργήθηκε η δουλεία, οι μαύροι ήταν τόσο χαρούμενοι, που πολλοί άλλαξαν τα ονόματά τους για να εκδηλώσουν αυτήν την πρωτοφανέρωτη ελευθερία να ορίζουν οι ίδιοι τους εαυτούς τους. Οργάνωσαν τις δικές τους εκκλησίες. Άνοιξαν σχολεία και επιχειρήσεις. Διεκδίκησαν και κέρδισαν τοπικούς και κρατικούς θώκους. Έγιναν ένορκοι στα δικαστήρια και παντρεύτηκαν κατά κύματα. Στη χρονική περίοδο μιας γενιάς, όλες αυτές οι ελευθερίες ξεθώριασαν από το νόμο, από τη συνήθεια και από ένα μοχθηρό βασίλειο ρατσιστικής τρομοκρατίας. Αυτό που μας αποκάλυψε η συγκεκριμένη ιστορική διαδρομή είναι ότι η ελευθερία μπορεί να είναι εφήμερη. Δεν έχει σημασία τι είναι γραμμένο στα Συντάγματα ούτε οι ρητορείες ή οι υποσχέσεις των πολιτικών. Σημασία έχει αυτό για το οποίο παλεύουν οι άνθρωποι. Αν η ιστορία μας διδάσκει κάτι, αυτό είναι ότι σημασία έχει εκείνο για το οποίο παλεύουν τα κοινωνικά κινήματα.
Μετάφραση: Μιχάλης Παπαδόπουλος
[1] Ο Μούμια Αμπού-Τζαμάλ είναι μαύρος Αμερικάνος δημοσιογράφος και συγγραφέας, που αρθρογραφεί από το κελί του μελλοθάνατου για πάνω από 25 χρόνια. Ο Μούμια καταδικάστηκε σε θάνατο για το φόνο αστυνομικού, σε μία δίκη στημένη και τόσο κραυγαλέα ρατσιστική, που η Διεθνής Αμνηστία συνέταξε μια πλήρη αναφορά για να περιγράψει το πώς η δίκη «απέτυχε να τηρήσει τις ελάχιστες διεθνείς προδιαγραφές για την προάσπιση της εγκυρότητας της νομικής διαδικασίας» (http://www.amnesty.org/en/library/info/AMR51/001/2000) [2] Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 19 Αυγούστου 2008
ΥΠΟΘΕΣΗ ΣΑΚΟ ΚΑΙ ΒΑΝΖΕΤΙ[1]
Χάουαρντ Ζιν
Πενήντα χρόνια μετά τις εκτελέσεις των ιταλών μεταναστών Σάκο και Βανζέτι, ο Κυβερνήτης της Μασαχουσέτης, Δουκάκης, συγκρότησε μία επιτροπή με σκοπό να εξεταστεί η αμεροληψία της δίκης τους, και το συμπέρασμα ήταν ότι οι δύο άντρες δεν δικάστηκαν δίκαια. Το γεγονός αυτό ξεσήκωσε μια μικρή θύελλα αντιδράσεων στη Βοστόνη… Στην πεντηκοστή επέτειο της εκτέλεσης, η εφημερίδα N.Y. Times ανέφερε ότι: «Το σχέδιο του Δημάρχου Μπιμ, να ανακηρύξει την ερχόμενη Τρίτη ως "Ημέρα Σάκο και Βανζέτι", ακυρώθηκε για να αποφευχθεί η φιλονικία, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο Τύπου της Δημαρχίας». Πρέπει να υπάρχει σημαντικός λόγος, ώστε μία υπόθεση πενήντα ετών, τώρα πλέον πάνω από εβδομήντα πέντε, να προκαλεί τόσο έντονα συναισθήματα. Θεωρώ ότι αυτό συμβαίνει, επειδή η συζήτηση για τους Σάκο και Βανζέτι, αναπόφευκτα, φέρνει στην επιφάνεια ζητήματα που μας απασχολούν και σήμερα: όπως το σύστημα δικαιοσύνης, τη σχέση που έχει η έξαψη του πολέμου με τις πολιτικές ελευθερίες, και κυρίως τις εμπρηστικές ιδέες του αναρχισμού, δηλαδή την εξάλειψη των εθνικών συνόρων και επομένως του πολέμου, την εξουδετέρωση της φτώχειας, την ανάπτυξη της πλήρους δημοκρατίας. Η υπόθεση των Σάκο και Βανζέτι αποκάλυψε ξεκάθαρα ότι οι μεγαλόσχημες επιγραφές που στολίζουν τα δικαστήριά μας, διακηρύσσοντας «Ισότητα απέναντι στο Νόμο», είναι ψέματα. Αυτοί οι δύο άνθρωποι, ο ασήμαντος ψαράς και ο παπουτσής, δεν αντιμετωπίστηκαν δίκαια από το αμερικανικό σύστημα, διότι η δικαιοσύνη δεν απονέμεται ισότιμα σε φτωχούς και πλουσίους, σε ντόπιους και ξένους, σε ορθόδοξα σκεπτόμενους και ριζοσπάστες, σε λευκούς και έγχρωμους. Και μπορεί η αδικία, σήμερα, να λειτουργεί με πιο διακριτικό και περίπλοκο τρόπο, σε σχέση με τις ωμές συνθήκες που επικρατούσαν στην υπόθεση των Σάκο και Βανζέτι, η ουσία της όμως παραμένει. Στην περίπτωσή τους η αδικία υπήρξε σκανδαλώδης. Υποτίθεται ότι δικάζονταν για ληστεία και φόνο, όμως στα δικά τους μυαλά, στη συμπεριφορά του εισαγγελέα, του δικαστή και των ενόρκων ήταν ολοφάνερο ότι το καθοριστικό στοιχείο ήταν, όπως το έθεσε και ο Άπτον Σινκλαίρ στο αξιοσημείωτο μυθιστόρημα Boston, ότι υπήρξαν «μακαρονάδες», αλλοδαποί, φτωχοί εργάτες, ριζοσπάστες. Ορίστε ένα δείγμα από την αστυνομική ανάκριση: -Αστυνομικός: Είσαι πολίτης των Η.Π.Α; -Σάκο: Όχι -Αστυνομικός: Είσαι κομμουνιστής; -Σάκο: Όχι -Αστυνομικός: Αναρχικός; -Σάκο: Όχι -Αστυνομικός: Πιστεύεις στην κυβέρνησή μας; -Σάκο: Ναι, αλλά ορισμένα πράγματα θα τα ήθελα διαφορετικά.. Τι σχέση έχουν αυτές οι ερωτήσεις με τη ληστεία σε ένα εργοστάσιο παπουτσιών στο Νότιο Μπρέιντρι της Μασαχουσέτης και τον πυροβολισμό ενός επιστάτη και ενός φύλακα; Ο Σάκο έλεγε ψέματα, φυσικά. Όχι, δεν είμαι κομμουνιστής. Όχι, δεν είμαι αναρχικός. Γιατί να πει ψέματα στην αστυνομία; Γιατί θα έλεγε ψέματα ένας Εβραίος στη Γκεστάπο; Γιατί θα έλεγε ψέματα ένας μαύρος στους ανακριτές του, στη Νότια Αφρική; Γιατί θα έλεγε ψέματα ένας αντικαθεστωτικός στη μυστική αστυνομία της Σοβιετικής Ρωσίας; Γιατί όλοι αυτοί γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει δικαιοσύνη γι' αυτούς. Υπήρξε ποτέ δικαιοσύνη στο αμερικανικό σύστημα για το φτωχό, τον έγχρωμο, το ριζοσπάστη; Οι οκτώ αναρχικοί του Σικάγου καταδικάστηκαν σε θάνατο το 1886 μετά τις ταραχές στο Χέιμαρκετ (για τις οποίες ευθυνόταν η αστυνομία), όχι επειδή υπήρχαν αποδείξεις για τη συμμετοχή τους στη βομβιστική επίθεση που πραγματοποιήθηκε σε αστυνομικό τμήμα— ούτε ίχνος απόδειξης. Αλλά επειδή ήταν ηγέτες του αναρχικού κινήματος στο Σικάγο. Ο Ε. Ντεμπς και χίλιοι άλλοι, μήπως φυλακίστηκαν κατά τη διάρκεια του Α' Π..Π. βάσει του νόμου περί κατασκοπείας, επειδή υπήρξαν κατάσκοποι; Απίθανο. Ήταν σοσιαλιστές που εναντιώθηκαν στον πόλεμο. Κατά την επικύρωση της δεκαετούς ποινής φυλάκισης του Ντεμπς, ο δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου, Όλιβερ Χολμς, ξεκαθάρισε για ποιον λόγο έπρεπε να φυλακιστεί ο Ντεμπς, επαναλαμβάνοντας λόγια του κατηγορουμένου: «Η ανώτερη τάξη πάντοτε κήρυττε τους πολέμους, η κατώτερη τάξη πάντοτε έδινε τις μάχες»… Είναι δυνατόν σήμερα, στην ατμόσφαιρα του πολέμου «ενάντια στην τρομοκρατία», ένας Μουσουλμάνος να αντιμετωπιστεί δίκαια και ισότιμα από το νόμο; Γιατί η αστυνομία έσυρε έξω από το αυτοκίνητό του έναν βραζιλιάνο γείτονά μου, που είχε σκούρο δέρμα και έμοιαζε με Μουσουλμάνο της Μέσης Ανατολής, παρότι δεν είχε παραβιάσει κανένα νόμο, και τον ανέκρινε και τον εξευτέλισε; Για ποιο λόγο οι έγχρωμοι άνθρωποι και οι φτωχοί αποτελούν ένα δυσανάλογα μεγάλο κομμάτι των δύο εκατομμυρίων φυλακισμένων σε αμερικανικές φυλακές και των έξι εκατομμυρίων ανθρώπων που βρίσκονται υπό δικαστική επιτήρηση ή σε προσωρινή αποφυλάκιση; Μία μελέτη μάς έδειξε ότι το 70% των φυλακισμένων σε φυλακές της Νέας Υόρκης προέρχεται από εφτά γειτονιές της πόλης—γειτονιές φτώχειας και απόγνωσης. Η κατάρα της ταξικής αδικίας είναι παρούσα σε κάθε δεκαετία, σε κάθε αιώνα της ιστορίας μας. Ενώ η υπόθεση των Σάκο και Βανζέτι βρισκόταν σε εξέλιξη, ένας πλούσιος άνδρας από το Μίλτον, νότια της Βοστόνης, πυροβόλησε και σκότωσε έναν άνθρωπο που μάζευε ξύλα εντός της ιδιοκτησίας του. Φυλακίστηκε για οκτώ ημέρες, στη συνέχεια βγήκε με εγγύηση και δεν του ασκήθηκε δίωξη. Ο εισαγγελέας αποκάλεσε το γεγονός «δικαιολογημένη δολοφονία». Άλλος νόμος για τους πλουσίους και άλλος για τους φτωχούς—μόνιμο χαρακτηριστικό του συστήματός μας. Όμως, η φτώχεια των Σάκο και Βανζέτι δεν ήταν το βασικό τους έγκλημα. Υπήρξαν Ιταλοί, μετανάστες, αναρχικοί. Λιγότερο από δύο χρόνια είχαν περάσει από τον Α' Π.Π. και αυτοί είχαν διαδηλώσει ενάντια στον πόλεμο. Αρνήθηκαν να στρατολογηθούν. Είδαν την υστερία να συσσωρεύεται ενάντια στους ριζοσπάστες και τους αλλοδαπούς, πράκτορες του Γενικού Εισαγγελέα τού υπουργείου Δικαιοσύνης να εισβάλλουν σε σπίτια μέσα στη νύκτα χωρίς δικαίωμα, να κρατούν ανθρώπους σε απομόνωση και να τους δέρνουν με ρόπαλα. Στη Βοστόνη συνέλαβαν πεντακόσιους ανθρώπους, τους αλυσόδεσαν και τους περιέφεραν στους δρόμους. Τον Λουίτζι Γκαλεάνι, συντάκτη της αναρχικής εφημερίδας Cronaca Sovversiva[2], στην οποία ήταν συνδρομητές και οι Σάκο και Βανζέτι, τον συνέλαβαν και τον απέλασαν πάραυτα. Συνέβη, όμως, και κάτι ακόμη πιο τρομακτικό. Έναν αναρχικό στοιχειοθέτη ονόματι Αντρέα Σαλσέντο, φίλο των Σάκο και Βανζέτι, τον απήγαγαν στη Νέα Υόρκη πράκτορες του FBI (χρησιμοποιώ τη λέξη «απήγαγαν» για να περιγράψω την παράνομη σύλληψη ενός ατόμου) και τον κράτησαν στα γραφεία της υπηρεσίας στον 14ο όροφο του κτιρίου στο Παρκ Ρόου. Δεν του επέτρεψαν να τηλεφωνήσει στην οικογένειά του, τους φίλους του ή κάποιον δικηγόρο, τον ανέκριναν και τον έδειραν, σύμφωνα με έναν συγκρατούμενό του. Κατά την 8η βδομάδα της κράτησής του, στις 3 Μαΐου του 1920, το σώμα τού Σαλσέντο, πολτοποιημένο, βρέθηκε στο πεζοδρόμιο κοντά στο κτίριο του Παρκ Ρόου, και το FBI ανακοίνωσε ότι αυτοκτόνησε πηδώντας από το δωμάτιο του 14ου ορόφου, όπου τον κρατούσαν. Αυτό συνέβη μόλις δύο μέρες πριν τη σύλληψη των Σάκο και Βανζέτι. Σήμερα, μετά από ορισμένες εκθέσεις του Κογκρέσου του 1975, γνωρίζουμε πλέον λεπτομέρειες για το σχέδιο Cointelpro[3] που εφάρμοζε το FBI, σύμφωνα με το οποίο οι πράκτορές του εισέβαλαν σε σπίτια και γραφεία, πραγματοποιούσαν παράνομες υποκλοπές, ασκούσαν βία που έφτανε ως τη θανάτωση και συνεργάστηκαν με την αστυνομία του Σικάγου για τη δολοφονία δύο ηγετών της οργάνωσης Black Panther[4] το 1969. Το FBI και η CIA έχουν παραβιάσει το νόμο πολλάκις. Γι' αυτούς δεν υπάρχει τιμωρία. Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι οι πολιτικές ελευθερίες των ανθρώπων σ' αυτήν τη χώρα θα είναι προστατευμένες μέσα στην υστερική ατμόσφαιρα που καλλιεργήθηκε μετά την 9η Σεπτεμβρίου και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Εντός συνόρων πραγματοποιήθηκαν ομαδικές συλλήψεις, προφυλακίσεις χωρίς αιτιολογία, απελάσεις και παρακολουθήσεις χωρίς καμία εξουσιοδότηση. Στο εξωτερικό έγιναν εκτελέσεις χωρίς δίκη, βασανισμοί, βομβαρδισμοί, πόλεμος και στρατιωτική κατοχή. Η δίκη των Σάκο και Βανζέτι ξεκίνησε αμέσως μετά την επέτειο Memorial Day[5], ενάμιση χρόνο μετά το όργιο θανάτου και πατριωτισμού του Α' Π.Π., και ενώ οι εφημερίδες δονούνταν ακόμη από τα τύμπανα του πολέμου και τη σωβινιστική προπαγάνδα. Τη δωδέκατη μέρα της δίκης αναφέρθηκε στον Τύπο ότι τα νεκρά κορμιά τριών στρατιωτών μεταφέρθηκαν από τα πεδία μάχης της Γαλλίας στο Μπρόκτον, και ότι ολόκληρη η πόλη έλαβε μέρος σε πατριωτική τελετή. Αυτά γράφονταν στις εφημερίδες, τις οποίες φυσικά μπορούσαν οι ένορκοι να διαβάσουν. Ο Σάκο ανακρίθηκε από τον εισαγγελέα Κάτζμαν: -Ερώτηση: Ένοιωθες αγάπη γι' αυτήν τη χώρα την τελευταία βδομάδα του Μαΐου το 1917; -Σάκο: Αυτό είναι δύσκολο να το απαντήσω με μία λέξη, κ. Κάτζμαν. -Ερώτηση: Υπάρχουν δύο λέξεις που μπορείς να χρησιμοποιήσεις, κ. Σάκο, ναι ή όχι. Ποια διαλέγεις; -Σάκο: Ναι. -Ερώτηση: Και προκειμένου να δείξεις αυτήν την αγάπη σου για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όταν σου ζητήθηκε να στρατευθείς, εσύ διέφυγες στο Μεξικό; Στο ξεκίνημα της δίκης, ο δικαστής Θέιερ (ο οποίος, μιλώντας σε μία παρέα του γκολφ, αναφέρθηκε στους κατηγορουμένους αποκαλώντας τους: «αυτοί οι αναρχικοί μπάσταρδοι») είπε στους ενόρκους: «Κύριοι, σας ζητώ να προσφέρετε τις υπηρεσίες σας εδώ με το ίδιο πνεύμα πατριωτισμού, κουράγιου και αφοσίωσης προς το καθήκον, όπως αυτό που επέδειξαν οι στρατιώτες μας στον πόλεμο». Τα αισθήματα που ξύπνησαν από μία βόμβα που εξερράγη στο σπίτι του Γενικού Εισαγγελέα Πάλμερ κατά τη διάρκεια του πολέμου—όπως αυτά που γεννήθηκαν από τη βία της 9ης Σεπτεμβρίου—δημιούργησαν μία τεταμένη ατμόσφαιρα μέσα στην οποία θυσιάστηκαν οι πολιτικές ελευθερίες. Οι Σάκο και Βανζέτι είχαν καταλάβει ότι όποια νομικά επιχειρήματα και να χρησιμοποιούσαν οι δικηγόροι τους, δεν θα επικρατούσαν απέναντι στη σκληρή πραγματικότητα της ταξικής δικαιοσύνης. Ο Σάκο, αναφερόμενος στην καταδίκη, είπε προς το δικαστήριο: «Γνωρίζω ότι είναι συνέπεια της ταξικής πάλης μεταξύ των καταπιεσμένων και των πλουσίων...Γι' αυτό το λόγο βρίσκομαι σήμερα στο εδώλιο του κατηγορουμένου, επειδή ανήκω στην τάξη των καταπιεσμένων». Η άποψη αυτή φαίνεται δογματική, υπεραπλουστευτική. Δεν εξηγούνται όλες οι αποφάσεις των δικαστηρίων από αυτή. Όμως, αφού δεν διαθέτουμε μία θεωρία που να καλύπτει όλες τις περιπτώσεις, η απλή μα αδιάσειστη τοποθέτηση του Σάκο μάς βοηθά σίγουρα περισσότερο να κατανοήσουμε τη λειτουργία του νομικού συστήματος, σ' αντίθεση με την αντίληψη που θεωρεί ότι η δικαστική διαδικασία είναι μια αντιπαράθεση μεταξύ ίσων και βασίζεται στην αναζήτηση της αντικειμενικής αλήθειας.. Ο Βανζέτι γνώριζε ότι τα νομικά επιχειρήματα δεν θα τον σώσουν. Εφόσον εκατομμύρια Αμερικανοί δεν οργανώνονταν, αυτός και ο φίλος του, ο Σάκο, θα πέθαιναν. Όχι λόγια αλλά αγώνας. Όχι εφέσεις αλλά απαιτήσεις. Όχι παρακλήσεις προς τον Κυβερνήτη αλλά καταλήψεις εργοστασίων. Όχι λάδωμα του μηχανισμού ενός υποτιθέμενου δίκαιου συστήματος, προκειμένου να δουλέψει καλύτερα, αλλά γενική απεργία, για να σταματήσει να λειτουργεί. Αυτό δεν συνέβη. Χιλιάδες διαδήλωσαν και διαμαρτυρήθηκαν, όχι μόνο στη Νέα Υόρκη, τη Βοστόνη, το Σικάγο, το Σαν Φραντζίσκο αλλά και στο Λονδίνο, το Παρίσι, το Μπουένος Άιρες, τη Νότια Αφρική. Αυτό δεν ήταν αρκετό. Τη νύκτα της εκτέλεσης των Σάκο και Βανζέτι, χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν στο Τσαρλστάουν, αλλά κρατήθηκαν μακριά από τη φυλακή από ισχυρή αστυνομική δύναμη. Διαδηλωτές συνελήφθησαν. Πολυβόλα στήθηκαν στις ταράτσες και ισχυροί προβολείς σάρωναν την περιοχή. Τεράστιο πλήθος συγκεντρώθηκε στη Union Square, στις 23 Αυγούστου του 1927. Λίγα λεπτά μετά τα μεσάνυκτα, τα φώτα της φυλακής τρεμόπαιξαν στιγμιαία, ενώ οι δύο άνδρες έπεφταν νεκροί στην ηλεκτρική καρέκλα. Η εφημερίδα New York World περιέγραψε τη σκηνή ως εξής: «Το πλήθος αντέδρασε με ένα βαθύ λυγμό. Γυναίκες λιποθύμησαν σε δεκαπέντε ή είκοσι περιπτώσεις. Άλλοι, υπερβολικά καταβεβλημένοι, έπεσαν στο πεζοδρόμιο και σκέπασαν τα κεφάλια τους με τα χέρια. Άνδρες έγειραν ο ένας στον ώμο του άλλου και έκλαψαν». Το έσχατο έγκλημα των Σάκο και Βανζέτι ήταν ο αναρχισμός τους, μία φιλοσοφία που και σήμερα μας αιφνιδιάζει σαν αστραπή εξαιτίας της ουσιώδους αλήθειας της: είμαστε όλοι ένα, εθνικά σύνορα και εθνικά μίση πρέπει να εξαφανιστούν, ο πόλεμος είναι ανεπίτρεπτος, οι καρποί της γης πρέπει να μοιράζονται και αυτός ο κόσμος μπορεί να γίνει πραγματικότητα μόνο με τον οργανωμένο αγώνα ενάντια στην εξουσία. Η υπόθεση των Σάκο και Βανζέτι για εμάς σήμερα δεν είναι απλώς μία τραγωδία, αλλά είναι και έμπνευση. Τα Αγγλικά τους δεν ήταν τέλεια. Όμως, όταν μιλούσαν, τα λόγια τους ηχούσαν ποιητικά. Ο Βανζέτι αναφέρει για τον Σάκο, το φίλο του: «Ο Σάκο είναι ψυχή, φλόγα, προσωπικότητα, είναι Άνθρωπος· ένας Άνθρωπος ερωτευμένος με τη φύση και την ανθρωπότητα. Ένας Άνθρωπος που θυσίασε τα πάντα στο βωμό της ελευθερίας και του έρωτα για τους συνανθρώπους του: χρήματα, ξεκούραση, κοσμικές φιλοδοξίες, τη γυναίκα του, τα παιδιά του, τον εαυτό του και την ίδια του τη ζωή...Μα βέβαια, μπορεί να είμαι πιο ευφυής, όπως λένε κάποιοι, να είμαι καλύτερος λογάς από αυτόν, όμως πάμπολλες φορές στο παρελθόν, ακούγοντας την εγκάρδια φωνή του να ηχεί με έντιμη μεγαλοπρέπεια, αναλογιζόμενος την υπέρτατη θυσία του, φέρνοντας στο νου μου τον ηρωισμό του, αισθανόμουν μικρός, μικρός μπροστά στο μεγαλείο του και έπιανα τον εαυτό μου να πολεμά για να μη δακρύσει, προσπαθούσα να καθησυχάσω την καρδιά μου, που παλλόταν έντονα, για να μην κλάψω μπροστά του· αυτόν τον Άνθρωπο τον αποκάλεσαν αρχηγό συμμορίας και δολοφόνο και τον καταδίκασαν». Το χειρότερο απ' όλα, αυτοί οι δύο Άνθρωποι υπήρξαν Αναρχικοί, δηλαδή διακατέχονταν από μία τρελή ιδέα για πλήρη δημοκρατία, όπου δεν θα υπήρχε ούτε ξενοφοβία ούτε φτώχεια, και πίστευαν ότι χωρίς αυτές τις αφορμές ο πόλεμος μεταξύ των εθνών θα εξαφανιζόταν. Αλλά για να συμβεί αυτό έπρεπε να πολεμήσουν τους πλουσίους και να κατασχέσουν τα πλούτη τους. Αυτή η αναρχική ιδέα είναι ένα έγκλημα πολύ χειρότερο από τη ληστεία, και γι' αυτό, ακόμη και σήμερα, η ιστορία των Σάκο και Βανζέτι προκαλεί μεγάλη αμηχανία και άγχος. Ο Σάκο έγραψε στον Δάντη, το γιο του: «Λοιπόν γιε μου, αντί να κλαις, να είσαι δυνατός, έτσι ώστε να στηρίζεις τη μητέρα σου...πήγαινέ τη για έναν περίπατο στη γαληνεμένη φύση, μαζέψτε αγριολούλουδα, ξαπλώστε στη σκιά των δέντρων... Όμως, να θυμάσαι πάντα, Δάντη, μέσα σ' αυτό το παιχνίδι ευτυχίας μη σκέφτεσαι μόνο τον εαυτό σου...βοήθα τους κατατρεγμένους και τα θύματα, γιατί αυτοί είναι οι καλύτεροι φίλοι σου...Σ' αυτόν τον αγώνα για τη ζωή θα γνωρίσεις την πραγματική αγάπη και θα αγαπηθείς». Οπωσδήποτε, ο αναρχισμός τους και ο έρωτάς τους για την ανθρωπότητα τούς καταδίκασε. Όταν συνέλαβαν τον Βανζέτι είχε στην τσέπη του μία προκήρυξη, που μιλούσε για μια συνάντηση που θα γινόταν σε πέντε μέρες. Αυτή η προκήρυξη θα μπορούσε να μοιραστεί και σήμερα, παντού στην υφήλιο, εξίσου επίκαιρη, όπως ήταν και την ημέρα της σύλληψής τους. Έγραφε: Έχεις πολεμήσει σε κάθε πόλεμο. Έχεις δουλέψει για κάθε καπιταλιστή. Έχεις περιπλανηθεί σ' όλον τον κόσμο. Έχεις απολαύσει, όμως, τους καρπούς της εργασίας σου και τα οφέλη από τις νίκες σου; Είσαι ικανοποιημένος από τα ψίχουλα; Σου χαμογελάει το παρόν; Σου υπόσχεται το μέλλον κάτι καλύτερο; Έχεις βρει μία γωνιά πάνω στη γη, όπου μπορείς να ζήσεις και να πεθάνεις σαν άνθρωπος; Γι' αυτά τα ερωτήματα, γι' αυτό το ζήτημα, τον αγώνα για τη ζωή, θα μιλήσει ο Μπαρτολομέο Βανζέτι. Η συνάντηση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Όμως, το πνεύμα αυτών των ανθρώπων διακατέχει ακόμη σήμερα όλους εκείνους που πιστεύουν και αγαπούν και αγωνίζονται παντού στην υφήλιο. Μετάφραση: Δημήτρης Κωνσταντίνου [1] Απόσπασμα από το βιβλίο του Howard Zinn: A Power Governments Cannot Suppress ( Μια δύναμη που οι Κυβερνήσεις δεν μπορούν να καταπνίξουν), City Lights, 2006. Αναφέρεται σε μία δικαστική υπόθεση ανθρωποκτονίας στη Μασαχουσέτη (1920-1927). Μετά τη ληστεία σε ένα εργοστάσιο παπουτσιών και τους φόνους ενός επιστάτη και ενός φύλακα, η αστυνομία συνέλαβε τους ιταλούς μετανάστες, αναρχικούς Nicola Sacco ( 1891-1927) και Bartolomeo Vanzetti (1888-1927). Δικάστηκαν και κρίθηκαν ένοχοι. Εκτελέστηκαν στη Βοστόνη το 1927. [2] Cronaca Sovversiva: Ιταλική εφημερίδα «ανατρεπτικά χρονικά». Ανεξάρτητη, αμερικανική, αναρχική εφημερίδα που ιδρύθηκε από τον Luigi Galleani, 6 Ιουνίου 1903. Δημοσίευε άρθρα αποκλειστικά στα Ιταλικά, και κάποια στιγμή έφτασε να έχει 5000 συνδρομητές. [3] Counter Intelligence Program: Σχέδιο Αντικατασκοπείας του FBI, 1956- 1971. Περιελάμβανε οδηγίες αντιμετώπισης της κατασκοπείας, της Κου Κλουξ Κλαν, του κομμουνιστικού κόμματος, των μαύρων εξτρεμιστών, του σοσιαλιστικού εργατικού κόμματος, κ.ά. [4] Η φράξια Μαύρος Πάνθηρας δημιουργήθηκε στην Καλιφόρνια το 1966. Στις τάξεις της υπήρχαν ορισμένοι Αφροαμερικανοί, υποστηρικτές του ένοπλου αγώνα, μυημένοι στο Μαρξισμό-Λενινισμό. Όμως, το επίσημο πρόγραμμα της οργάνωσης ήταν πιο συντηρητικό, μη μαρξιστικό και μη επαναστατικό. [5] Επίσημη αργία των Η.Π.Α. Θεσμοθετήθηκε το 1868. Αρχικά ήταν αφιερωμένη στη μνήμη των στρατιωτών που σκοτώθηκαν στον αμερικανικό εμφύλιο, αλλά στη συνέχεια αφιερώθηκε σ' όλους τους στρατιώτες των Η.Π.Α που σκοτώθηκαν σε πόλεμο. H Αναρχία στα Βαλκάνια: Ο Αντρέι Γκρούμπασιτς συζητά με τη σερβική οργάνωση FreedomFight Αν μπορείς, πρώτα, σύστησε στους αναγνώστες του ΖΝΕΤ την οργάνωση Freedom Fight, και στη συνέχεια δώσε μας πληροφορίες για το κοινωνικό-πολιτικό σκηνικό της σύγχρονης Σερβίας. Τώρα τελευταία διάβασα την αναφορά της UNICEF, σύμφωνα με την οποία πάνω από 300.000 παιδιά σήμερα ζούνε στη φτώχεια ή υπό την απειλή της φτώχειας. Αυτά τα νούμερα ήταν αδιανόητα 15 χρόνια πριν. Ήταν αδιανόητα, τολμώ να πω, όχι μόνο στην εποχή του γιουγκοσλαβικού κρατικού σοσιαλισμού, αλλά και στην περίοδο του κλεπτοκρατικού καθεστώτος του Μιλόσεβιτς. Φαίνεται ότι η νεοφιλελεύθερη, σύγχρονη και ευρωπαϊκή Σερβία εμφανίζει συγκεκριμένα αταβιστικά κοινωνικά χαρακτηριστικά. Τώρα θεωρείται «το τελευταίο βαλκανικό κράτος». Τα Βαλκάνια ακόμη θεωρούνται μία μόνιμη και φυσική πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης, που παραμένει ειρηνική χάρη στη διεθνή καπιταλιστική κοινότητα. Μία περιοχή, σύμφωνα με τον Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, «πολύ περιπλεγμένη (και ασήμαντη) για να ελεγχθεί από εξωτερικούς παράγοντες». Πώς νιώθει ένα αναρχικός που ζει και αγωνίζεται στα «παράξενα και πρωτόγονα Βαλκάνια» (Σάιμον Ουίντσεστερ); Η οργάνωση FreedomFight είναι ένα αναρχικό κίνημα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, που δημιουργήθηκε στη Σερβία το 2003. Εκτός από τη διαδικτυακή εναλλακτική αντι-πληροφόρηση στο www.freedomfight.net, το κίνημα διαδίδει την αναγκαιότητα της αντιμετώπισης της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Δεν αντιδρούμε απλώς σ' ένα άδικο σύστημα, αλλά αναζητούμε και εναλλακτικές διεξόδους για τη ζωή μετά τον καπιταλισμό. Δεν πιστεύω στο επονομαζόμενο «τέλος της ιστορίας», ότι ένα καλύτερος κόσμος δεν είναι εφικτός. Το σχέδιό τους, φυσικά, είναι να μας πείσουν γι' αυτό, αλλά το «τέλος της ιστορίας» θα έρθει μόνο αν τους αφήσουμε να καταστρέψουν τον πλανήτη – τότε σίγουρα θα πάψει να υπάρχει η ιστορία. Πρώτο βήμα είναι ο αγώνας ενάντια στη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, που επιβάλλεται εδώ χρηματοδοτούμενη με τεράστια χρηματικά ποσά. Εκτός από το ξεσκέπασμα των ψεύτικων υποσχέσεων για καλύτερη ζωή, που υποτίθεται ότι θα έχουμε αν υπακούσουμε στις διαταγές που δίνονται από μακρινούς τόπους, από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και τη Διεθνή Τράπεζα, πρέπει να προωθήσουμε εναλλακτικές λύσεις που θα κεντρίσουν τη φαντασία των ανθρώπων και θα τους αποσπάσουν από την απάθεια και την κατάθλιψη, αυτής της μεταβατικής περιόδου. Πρέπει να δείξουμε στους ανθρώπους ότι υπάρχει ένα καλύτερο μέλλον έξω από τον καπιταλισμό. Φυσικά, κάθε εναλλακτική πρόταση στα νεοφιλελεύθερα μοντέλα πρέπει να αντικαθιστά και τα εξουσιαστικά συστήματα. Τα Βαλκάνια είναι τόπος γεωστρατηγικών πειραμάτων πανίσχυρων κρατών. Θέλουν, επίσης, χρησιμοποιώντας στρατιωτική δύναμη, να μας πείσουν ότι είναι τα αφεντικά και ότι πρέπει να υπακούμε στις διαταγές τους. Κατά το βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ το 1999, που θα αποφευγόταν αν δεν είχαν σαμποταριστεί οι διαπραγματεύσεις με απαράδεκτα τελεσίγραφα, το αποτέλεσμα ήταν η κλιμάκωση των φρικαλεοτήτων. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι τόσοι πολλοί διανοούμενοι του εξωτερικού υποστήριξαν το βομβαρδισμό ως «ανθρωπιστική επέμβαση»! Σκεφτείτε τις τόσες εθνοκαθάρσεις που έγιναν με αμερικανική στρατιωτική βοήθεια! Ήταν κι αυτές «ανθρωπιστικές επεμβάσεις»; Σήμερα η εγκληματική πολιτική πήρε τη μορφή της οικονομικής καταπίεσης. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για την ανεργία στη Σερβία, αυτή είναι περίπου 30%. Τα μεταβατικά Βαλκάνια δεν είναι ένας πολύ όμορφος τόπος για να ζεις. Οι άνθρωποι απολύονται, η δημόσια περιουσία πουλιέται για ψίχουλα, και υπάρχει μία τεράστια ανισότητα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Πολλοί άνθρωποι που αυτοαποκαλούνται «ειδήμονες» προσπαθούν να μας πείσουν ότι πρέπει να κάνουμε μερικές προσωρινές θυσίες, για να μπορέσουμε στο μέλλον να ζήσουμε «σαν τον υπόλοιπο κανονικό κόσμο». Στην πραγματικότητα, είναι καλοπληρωμένοι εκπρόσωποι της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας. Εφαρμόζουν εδώ πολιτικές που ονομάζω «ΔΝΤ copy-paste πολιτικές», επειδή το ΔΝΤ διατάζει πάντα τα ίδια οικονομικά μέτρα ανεξάρτητα από τη χώρα εφαρμογής τους. Η Σλοβενία απέφυγε την κρίση, όσο καιρό κατάφερε να μην εφαρμόσει αυτά τα μέτρα, που έχουν καταστροφικές συνέπειες για τη ζωή των απλών ανθρώπων. Λόγω των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, όμως, το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης της Σλοβενίας στη συνέχεια περιορίστηκε, οι εθνικές υπηρεσίες ιδιωτικοποιήθηκαν και οι συνθήκες ζωής για τους περισσότερους χειροτέρεψαν σημαντικά. Η Σερβία υποχρεώνεται επίσης να εφαρμόσει πολιτικές που είναι σχεδιασμένες να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις για είσοδο στην Ε.Ε. Οι εκλογές στη Σερβία παρουσιάζονται συχνά ως το πιο σημαντικό πράγμα για τη σταθερότητα των Βαλκανίων από τη διεθνή κοινότητα, η οποία μας υπαγορεύει πάντοτε ποιον να ψηφίσουμε. Στην πράξη, τίποτε δεν εξαρτάται από το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα. Ανεξάρτητα από το πολιτικό κόμμα που θα κατακτήσει την εξουσία, οι διαδικασίες της ιδιωτικοποίησης, της μεταβατικής περιόδου και της ενσωμάτωσης στην Ευρώπη θα συνεχίσουν. Οι περισσότεροι απεγνωσμένοι άνθρωποι, που είναι εναντίον αυτών των διαδικασιών, ψηφίζουν το Σερβικό Ριζοσπαστικό Κόμμα, που στις τελευταίες εκλογές πήρε 29% των ψήφων, αλλά, στην πραγματικότητα, είναι απλώς ένα εθνικιστικός, καπιταλιστικός οργανισμός με ψεύτικο λαϊκισμό.[…] Μπορείς να μας πεις κάποια πράγματα παραπάνω για την πολιτική από τα κάτω; Η Γιουγκοσλαβία, η παλιά κρατική-σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία, ήταν το μόνο έθνος-κράτος με υπαρκτό σύστημα αυτοδιαχείρισης. Υπάρχει ακόμη στη μνήμη των ανθρώπων η αυτοδιαχειριζόμενη εργασία, η λαϊκή δημοκρατία στην παραγωγή και η έννοια της κοινωνικής ασφάλειας; Ποιοι είναι οι νέοι πρωταγωνιστές της πολιτικής από τα κάτω; Είναι η παλιά αριστερά με τις ποικίλες – και βαρετές – εκδοχές της; Οι εργάτες; Οι φοιτητές; Οι αγρότες; Οι αναρχικοί και οι φεμινιστές; Συνάντησα ορισμένους ακτιβιστές στο εξωτερικό, που είχαν πολύ θετική εντύπωση για την αυτοδιαχείριση στη Γιουγκοσλαβία, αλλά νομίζω ότι αυτή η συνηθισμένη άποψη είναι πολύ ρομαντική. Στην πραγματικότητα, το επονομαζόμενο σύστημα αυτοδιαχείρισης ήταν ελεγχόμενο και ρυθμισμένο από την πολιτική γραφειοκρατία, και νομίζω ότι είναι λάθος να το αποκαλούμε αυτοδιαχείριση. Σίγουρα, δεν ήταν αταξικό σύστημα και ασφαλώς η λήψη αποφάσεων ήταν αυταρχική. Παρόλα αυτά, ακόμη και η αυτοδιαχείριση με αυτά τα λάθη ήταν πολύ καλύτερη από το σημερινό σύστημα. Σε κάθε περίπτωση, η αυτοδιαχείριση, η αληθινή αυτοδιαχείριση, πρέπει να προέρχεται από τους ανθρώπους και δεν μπορεί να τους επιβάλλεται. Μπορούμε να μάθουμε από τα λάθη του παλιού συστήματος που ονομαζόταν αυτοδιαχείριση και να το ξαναεπινοήσουμε, να το βελτιώσουμε. Είναι λίγο δύσκολο να συνοψίσω όλες τις κοινωνικές διαμαρτυρίες ενάντια στην αποδιάρθρωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, που συνέβησαν αυτά τα μεταβατικά χρόνια… Αξίζει να αναφέρω τους εργάτες της σερβικής φαρμακοβιομηχανίας «Jugoremedija», από την πόλη Zrenjanin που έκαναν ένα διαρκή αγώνα για να διαχειριστούν την επιχείρηση μόνοι τους, και έγιναν «σύμβολο αντίστασης ενάντια στο νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό στη Σερβία». Αγωνίστηκαν για να αποτρέψουν την ιδιωτικοποίηση της βιομηχανίας τους πάνω από τρία χρόνια. Έκαναν κατάληψη στο εργοστάσιο και έδωσαν μάχες με αστυνομικούς και ιδιωτικούς στρατούς. Πρόσφατα, φοιτητές του πανεπιστημίου του Βελιγραδίου κατέλαβαν το κτίριο της φιλοσοφικής για επτά μέρες, μέχρι που το πανεπιστήμιο συμφώνησε να υποστηρίξει τα αιτήματα των σπουδαστών ενάντια στις εισφορές εκπαίδευσης που επέβαλε η κυβέρνηση. Αυτοί οι εξεγερμένοι φοιτητές τώρα αλλά και κατά τη διάρκεια της κατάληψης λειτουργούσαν σύμφωνα με τις αρχές της άμεσης δημοκρατίας στη λήψη αποφάσεων. Μέχρι τώρα, οι περισσότερες εξεγέρσεις πραγματοποιούνται ως αντίδραση στο ήδη επιβαλλόμενο πρόγραμμα «διαρθρωτικής προσαρμογής» του ΔΝΤ. Θεωρώ ότι η Σερβία δεν διαθέτει οργανωτικές δομές ικανές να αποτρέψουν τέτοιες επιβολές. Οι άνθρωποι δεν περίμεναν η μετάβαση να έχει τόσο καταστροφικές συνέπειες και πίστευαν τα ψέματα των πολιτικών για ένα καλύτερο μέλλον. Υπάρχουν αναρχοσυνδικαλιστές και λίγες αναρχικές κολεκτίβες που αγωνίζονται ενάντια στα νεοφιλελεύθερα μέτρα και προσφέρουν ένα αντιεξουσιαστικό όραμα για το μέλλον, αλλά σίγουρα υπάρχει η ανάγκη δημιουργίας ενός ενωμένου κινήματος ενάντια στον καπιταλισμό. Παρόλο που ορισμένα μέλη μαρξιστικών-λενινιστικών οργανώσεων της Σερβίας συνεισέφεραν σημαντικά στις κοινωνικές διαμαρτυρίες, θεωρώ ότι οι πολιτικές αρχές και τα οράματά τους έχουν ξεπεραστεί από το χρόνο και ότι δεν προσφέρουν πλέον ένα αποδεκτό από την κοινωνία όραμα. Διακηρύττουν ότι ο στόχος τους είναι η κατάληψη της κρατικής εξουσίας, κάτι που για μένα είναι μη αποδεκτό. Υπάρχουν κι άλλες αναρχικές κολεκτίβες, για παράδειγμα, οι αναρχοσυνδικαλιστές από τη Σερβία που διαχειρίζονται τη γραμματεία του IWA (International Workers Association). Το συνδικάτο τους προσέφερε σημαντική βοήθεια στις πρόσφατες φοιτητικές κινητοποιήσεις. Επιπλέον, υπάρχουν κάποιοι αξιόλογοι άνθρωποι γύρω από το περιοδικό Kontrapunkt, την κολεκτίβα Zluradi paradi, το SPK κ.ά., αλλά δεν υπάρχει έντυπο περιοδικό της ριζοσπαστικής αριστεράς· και αυτό το έλλειμμα θα προσπαθήσει να καλύψει το κίνημα Freedom Fight σε συνεργασία με το δίκτυο Global Balkan εκδίδοντας το Z magazine στη γλώσσα μας.[…] Ο Andrej Grubacic είναι αναρχικός ιστορικός από τα Βαλκάνια. Διδάσκει στο Ζ Media Institute και στο πανεπιστήμιο του Σαν Φραντσίσκο. Ολόκληρη η συζήτηση στο: http://www.zmag.org/znet/viewArticle/1996 Επικοινωνία:zapata@mutualaid.org. Freedom Fight: pismo@freedomfight.net Μετάφραση: Πάνος Δημητριάδης Ένας Καλύτερος Τρόπος να Βγάλεις Χρήματα Τζορτζ Μονμπάιοτ Στο μυθιστόρημα του Ράσελ Χόμπαν, «Riddley Walker», οι απόγονοι των ανθρώπων μετά από ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα, ζώντας μέσα στα ερείπια, αναζητούν το κλειδί που θα τους επιτρέψει να ανακτήσουν το χαμένο τους πολιτισμό. Καταλήγουν να πιστέψουν ότι η απάντηση είναι να επανεφεύρουν την ατομική βόμβα. Αυτό μου ήρθε στο μυαλό, όταν διάβασα τα νέα σχέδια της κυβέρνησης για να σωθούμε από την πιστωτική κρίση. Σκοπεύει – με εξοντωτικό δημόσιο κόστος – να πείσει τις τράπεζες να αρχίσουν ξανά το δανεισμό, σε επίπεδα όμοια με το 2007. Δεν είναι αυτό που προκάλεσε το πρόβλημα από την αρχή; Είναι ο υπερβολικός δανεισμός, όντως, η διέξοδος από μία κρίση που προκλήθηκε από παράλογα επίπεδα δανεισμού; Σίγουρα, το ξέρω, ότι χωρίς χρήματα δεν γίνονται επιχειρήσεις, και χωρίς επιχειρήσεις δεν υπάρχουν δουλειές. Επίσης ξέρω ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των χρημάτων κυκλοφορεί με τη μορφή του χρέους. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορείς να λύσεις ένα πρόβλημα (έλλειψη χρημάτων), χωρίς να προκαλέσεις άλλο (ένα βουνό χρέους). Σίγουρα υπάρχει καλύτερος τρόπος απ' αυτόν. Αυτό δεν είναι το αντικείμενό μου, και ρισκάρω πολύ περισσότερο απ' όσο μου επιτρέπει η θέση μου. Αλλά επιθυμώ να σας συστήσω έναν άλλο τρόπο διαχείρισης μιας πιστωτικής κρίσης, που δεν ενέχει ηθικούς κινδύνους και δεν απαιτεί γιατροσόφια ούτε δημόσια έξοδα. Για να σας τον παρουσιάσω, βασίζομαι στα λόγια ενός πρώην διευθυντή Κεντρικής Τράπεζας και σπουδαίου διαχειριστή κεφαλαίων, του Μπέρναρντ Λίτερ. Στο βιβλίο του, «The Future of Money» (Το Μέλλον του Χρήματος, στμ), επισημαίνει – όπως και η κυβέρνηση – ότι σε καταστάσεις σαν τη δική μας τα πάντα μπλοκάρουν λόγω έλλειψης ρευστού.[1] Αλλά, επίσης, εξηγεί ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτά τα χρήματα να έχουν τη μορφή της στερλίνας ή να διοχετευτούν από τις τράπεζες. Το χρήμα είναι απλώς «μία συμφωνία της κοινότητας να χρησιμοποιεί κάτι ως μέσο συναλλαγής». Το μέσο συναλλαγής μπορεί να είναι οτιδήποτε, αρκεί ο καθένας που το χρησιμοποιεί να εμπιστεύεται ότι όλοι οι υπόλοιποι θα αναγνωρίζουν την αξία του. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, πολλές επιχειρήσεις στις ΗΠΑ θέσπισαν για νομίσματα ουρές κουνελιών, κοχύλια και ξύλινους δίσκους, όπως και κάθε είδους χαρτιά και μεταλλικά συμβολικά αντικείμενα. Το 1971, ο Ζαμ Λέρνερ, δήμαρχος της Κουριτίμπα στη Βραζιλία, έδωσε ώθηση στην οικονομία της πόλης και έλυσε δύο μείζονα κοινωνικά προβλήματα, προωθώντας στην κυκλοφορία νόμισμα με τη μορφή των εισιτηρίων λεωφορείου. Ο κόσμος αμειβόταν μ' αυτά, μαζεύοντας και διαχωρίζοντας τα σκουπίδια: έτσι καθάριζαν τους δρόμους και μετακινούνταν δωρεάν για τη δουλειά τους. Τέτοιες μέθοδοι βοήθησαν την Κουριτίμπα να γίνει μία από τις πιο ευημερούσες πόλεις στη Βραζιλία. Αλλά οι μέθοδοι που αποδείχτηκαν πιο αποτελεσματικές ήταν αυτές που εμπνεύστηκε ο γερμανός οικονομολόγος Σίλβιο Γκέσελ, που έγινε υπουργός Οικονομικών στην καταδικασμένη Βαυαρική Δημοκρατία του Γκούσταβ Λαντάουερ.[2] Πρότεινε στις κοινότητες που επιθυμούσαν να σωθούν από την οικονομική κατάρρευση να εκδώσουν δικό τους νόμισμα. Για να αποτραπούν οι άνθρωποι από την αποταμίευση του χρήματος, έπρεπε να επιβληθεί μία επιβάρυνση (που λεγόταν «demurrage», δηλ. έξοδα συσσώρευσης στμ), η οποία θα λειτουργούσε ως αρνητικό επιτόκιο. Η πίσω όψη του κάθε χαρτονομίσματος θα είχε 12 χωρίσματα. Για να είναι έγκυρο το χαρτονόμισμα, ο ιδιοκτήτης έπρεπε να αγοράζει ένα χαρτόσημο κάθε μήνα και να το κολλάει σ' ένα χώρισμα. Το χαρτονόμισμα θα αποσυρόταν από την κυκλοφορία μετά απ' ένα χρόνο. Το χρήμα αυτού του είδους λέγεται «stamp scrip» (χαρτονόμισμα με χαρτόσημα, στμ): ένα νόμισμα που εκδίδεται ιδιωτικά και χάνει την αξία του όσο το κρατάς. Ένα από πρώτα μέρη όπου εφαρμόστηκε αυτή η μέθοδος ήταν η μικρή γερμανική πόλη Σβανενκίρχεν. Το 1923, ο υπερπληθωρισμός είχε προκαλέσει μία διαφορετική πιστωτική κρίση. Ο δρ. Χέμπεκερ, ιδιοκτήτης ενός ανθρακωρυχείου στη Σβανενκίρχεν, είπε στους εργάτες ότι αν δεν δεχτούν το χαρτονόμισμα με χαρτόσημα που είχε επινοήσει – το «Wara» – θα έπρεπε να κλείσει το ορυχείο. Υποσχέθηκε να το ανταλλάσσει, σε πρώτη φάση, με τρόφιμα. Αυτή η τακτική απέδωσε ταχύτατα. Έσωσε και το ορυχείο και την πόλη. Γρήγορα υιοθετήθηκε από 2.000 εταιρείες στη Γερμανία. Αλλά το 1931, μετά από πίεση της κεντρικής τράπεζας, το υπουργείο Οικονομικών την απαγόρευσε, με καταστροφικές συνέπειες για τις κοινότητες που είχαν βασιστεί σ' αυτήν. Ο Λίτερ επισημαίνει ότι η μοναδική λύση που απέμενε για τη γερμανική οικονομία ήταν ο απάνθρωπος κεντρικός οικονομικός σχεδιασμός. θα ανέβαινε στην εξουσία ο Χίτλερ, αν είχαν επιτρέψει να ευδοκιμήσει το «Wara» και άλλες παρόμοιες τακτικές; Η αυστριακή πόλη Βοργκλ δοκίμασε, επίσης, την ιδέα του Γκέσελ, το 1932. Όπως οι περισσότερες κοινότητες στην Ευρώπη, εκείνο τον καιρό, μαστιζόταν από μαζική ανεργία και έλλειψη χρημάτων για δημόσια έργα. Ο δήμαρχος, αντί να ξοδέψει τα πενιχρά κεφάλαια της πόλης σε νέα έργα, τα χρησιμοποίησε ως εγγύηση για το νόμισμα με χαρτόσημα που δημιούργησε. Πληρώνοντας τους εργάτες με το νέο νόμισμα, έφτιαξε τους δρόμους, αποκατέστησε το σύστημα υδροδότησης και κατασκεύασε μία γέφυρα, καινούργια σπίτια και μία ράμπα για σκι. Επειδή θα έχαναν γρήγορα την αξία τους, τα σελίνια του Βοργκλ κυκλοφορούσαν πολύ πιο γρήγορα από το επίσημο χρήμα, με αποτέλεσμα να δημιουργούν 12 με 14 φορές περισσότερες θέσεις εργασίας ανά χρηματική μονάδα ρευστού. Πλήθος άλλων πόλεων θέλησαν να αντιγράψουν την τακτική, μέχρι που την πάταξε – το 1933 – η κεντρική τράπεζα. Οι εργάτες του Βοργκλ έχασαν και πάλι τις δουλειές τους. Παρόμοιες τακτικές εφαρμόστηκαν την ίδια στιγμή σε δεκάδες χώρες. Σχεδόν όλες πατάχτηκαν, καθώς οι κεντρικές τράπεζες πανικοβλήθηκαν ότι θα χάσουν το μονοπώλιο ελέγχου του χρήματος (μόνο ένα, το σύστημα WIR[3] της Ελβετίας, υπάρχει ακόμη). Ο Ρούζβελτ απαγόρευσε τα συμπληρωματικά νομίσματα με εκτελεστικό διάταγμα, παρόλο που μπορεί να αποτελούσαν μία γρηγορότερη, φθηνότερη και πιο αποτελεσματική μέθοδο εξόδου των ΗΠΑ από την κρίση, σε σχέση με το «New Deal». Κανένας δεν υποστηρίζει να αντικαταστήσουμε τα επίσημα νομίσματα με τα τοπικά: αυτό είναι ένα συμπληρωματικό σύστημα, όχι εναλλακτικό. Ούτε ο Λίτερ προτείνει ότι αυτή είναι η λύση σ' όλα τα οικονομικά προβλήματα. Αλλά, πριν ακόμη σκεφτούμε πώς θα γινόταν να βελτιωθεί αυτή η τακτική με την εφαρμογή της μοντέρνας τεχνολογίας της πληροφορικής, ορισμένα χαρακτηριστικά του συστήματος του Γκέσελ μας τραβούν την προσοχή. Δεν χρειάζεται να περιμένουμε την κυβέρνηση ή την κεντρική τράπεζα να μας σώσουν: μπορούμε να στήσουμε αυτό το σύστημα μόνοι μας. Δεν κοστίζει τίποτα στους φορολογούμενους. Παρακάμπτει τις αχόρταγες τράπεζες. Αναζωογονεί τις τοπικές οικονομίες και δίνει στις τοπικές επιχειρήσεις ένα πλεονέκτημα εις βάρος των πολυεθνικών. Μπορεί να προσαρμοστεί ανάλογα με τις ανάγκες της κοινότητας. Δεν προϋποθέτει – όπως επέμενε ο Έντι Τζορτζ, πρώην Διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας – την επιβάρυνση ενός τμήματος της κοινωνίας, προκειμένου να ευημερεί ένα άλλο. Ίσως το πιο σημαντικό είναι ότι ένα σύστημα με επιβάρυνση της αποθησαύρισης θα ανέτρεπε το οικολογικό πρόβλημα των απόδοσης τόκων στα χρηματικά κεφάλαια. Αν πρέπει να πληρώνεις για να αποταμιεύεις τα χρήματά σου, το αργότερο που θα εισπράττεις τα έσοδα, τόσο μεγαλύτερη αξία θα έχουν. Γι' αυτό είναι οικονομικά λογικό, όταν λειτουργεί ένα τέτοιο σύστημα, να αυξάνονται οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Επειδή οι πόροι «αποθηκευμένοι» στο έδαφος θα διατηρούν μεγαλύτερη αξία από τα χρήματα στην τράπεζα, το σύστημα θα προάγει τη διατήρησή τους. Δεν ισχυρίζομαι ότι είμαι ειδικός. Δεν έχω την ικανότητα να αναγνωρίσω τα μειονεκτήματα αυτού του συστήματος, ούτε είμαι σίγουρος ότι το περιέγραψα αποτελεσματικά. Αυτό που ζητάω είναι, αν δεν το είχατε ξανακούσει, να μην το απορρίψετε πριν μάθετε περισσότερα γι' αυτό. Ενώ αντιμετωπίζουμε την αποτυχία του πρώτου σχεδίου σωτηρίας που εφάρμοσε η κυβέρνηση, και το εξοντωτικό κόστος του δεύτερου μας απειλεί, δεν είναι ώρα να σκεφτούμε τυχόν εναλλακτικές λύσεις; Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Guardian, 20-1-2009. www.monbiot.com Μετάφραση: Πάνος Δημητριάδης [1] Bernard Lietaer, 2001. The Future of Money. Century. London. [2] Gustav Landauer (1870-1919). Σημαντικός γερμανός θεωρητικός του αναρχισμού. [3] Ανεξάρτητο συμπληρωματικό σύστημα ρευστότητας που θεμελιώθηκε στις κοινοτιστικές ελευθεριακές ιδέες του Σίλβιο Γκέσελ αρχικά, αλλά τις εγκατέλειψε το 1952. |
Χρησιμοποιείτε Yahoo!
Βαρεθήκατε τα ενοχλητικά μηνύ ματα (spam); Το Yahoo! Mail διαθέτει την καλύτερη δυνατή προστασία κατά των ενοχλητικών μηνυμάτων
http://login.yahoo.com/config/mail?..intl=gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου