19/2/10

Ζ_ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ #62 ΙΑΝ. 10

ΑΦΗΡΗΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ

Δημήτρης Κωνσταντίνου

Ποιος μπορεί να κατηγορήσει τον άνεργο, εκείνον που η κοινωνία δεν του παρέχει τη δυνατότητα και τους πόρους να επιβιώσει, όταν για να ζήσει αφαιρεί από κάποιον άλλο τα απαραίτητα; Κατά τραγικό τρόπο, ο άπορος θα βρει εύκολη λεία στα υπάρχοντα του διπλανού του, δηλαδή του λιγότερο άπορου, και όχι στην περιουσία του απόμακρου και απρόσωπου πλουσίου, που έχει τη δυνατότητα να προστατευτεί, και ο οποίος παρακρατά από την πίτα του κοινωνικού προϊόντος ένα τεράστιο κομμάτι που δικαιωματικά θα έπρεπε να ταΐζει χιλιάδες άλλους «πεινασμένους». Και η ποιότητα ζωής στο δυτικό κόσμο του 21ου αιώνα δεν κρίνεται μόνο από την τροφή, αν και σ' αυτό εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν προβλήματα, αλλά και από τόσα άλλα αγαθά και υπηρεσίες που πρέπει να θεωρούνται αυτονόητα για όλα τα ανθρώπινα πλάσματα: παιδεία, υγεία, προσωπικός χώρος, ελεύθερος χρόνος.

Ποιος μπορεί να κατηγορήσει το μικροαστό απατεώνα που θα κλέψει για λίγο περισσότερη χλιδή, αφού τον έριξαν μέσα στο στίβο της απάτης, όπου τα τσακάλια και τα τσακαλάκια κάνουν αγώνα ταχύτητας για να φτάσουν πρώτα στο νήμα της μεγάλης μπάζας; Η προσωπική ευθύνη δεν εκμηδενίζεται, αλλά είναι ανάλογη με το βαθμό της συμμετοχής μας στην κατασκευή της κοινωνικής πραγματικότητας, στη διαμόρφωση των αξιών και των στόχων της κοινωνίας. Πώς μπορούμε να ζητήσουμε ευθύνη από εκείνον που στέκει αμέτοχος και αδρανής θεατής των όρων μέσα στους οποίους του επιβλήθηκε να ζήσει; Το παιχνίδι είναι στημένο· άλλοι, ίσως θύματα και οι ίδιοι, έχτισαν με μπετόν τα θεμέλια και τον πολυδαίδαλο σκελετό του οικοδομήματος της κοινωνικής ζωής μας και, τώρα, μας ανακοινώνουν ότι είμαστε ελεύθεροι να βάλουμε τα τούβλα. Το μόνο που είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε είναι να μαντρώσουμε με τα ίδια μας τα χέρια την «ελευθερία» μας μέσα στους τέσσερις τούβλινους τοίχους.

Έξω από τον ουρανοξύστη της κοινωνίας μας πετούν τα ελικόπτερα της αστυνομίας. Αυτή είναι εκεί για να μας αποτρέψει να σαμποτάρουμε τα θεμέλια του εκτρώματος, για να μην «κλέψουμε» από τη ματαιοδοξία του πλούσιου ούτε μια δραχμή, για να χαρεί η ίδια τις σταγόνες αυτεξούσιου και μαγκιάς που της παραχώρησαν προκειμένου να αυτοϊκανοποιείται (έτσι κι αλλιώς εκείνοι που κινούν τα νήματα του νόμου ξέρουν πολύ καλά ότι πρόκειται για κουκλοθέατρο). Είναι εκεί για να προκαλέσει και να ικανοποιήσει ταυτόχρονα το αίσθημα της φοβικότητας όλων εμάς των εγκλείστων.

Ψηλά στον ξύλινο ουρανό στέκει απρόσωπος και απρόσιτος, πάνω από τα ελικόπτερα και τους φυλακισμένους, ο νόμος. Είναι ο κρυφός παρονομαστής του τρίπτυχου της αδικίας. Εκεί ψηλά τον έστησαν οι λίγοι με τις φαλτσέτες που τους παραχωρήσαμε εμείς για να χαράξουν πάνω του ανεξίτηλα τα προνόμιά τους. Στη σκιά του γεννήθηκαν ο αστυνόμος, ο δικαστής, ο δεσμοφύλακας και τρέφονται με τα ροκανίδια του.

Μόνο αν πιάσουμε όλοι τα πινέλα, αν αποφασίσουμε να ζωγραφίσουμε στον καμβά της κοινωνίας αφηρημένη τέχνη, θα τους ξεφορτωθούμε μια για πάντα.

Τι άλλο, όμως, εκτός από αφηρημένη, αλλά τέχνη, είναι η κοινωνία με τα αλλεπάλληλα συμβούλια που οραματιζόταν ο Κ. Καστοριάδης; Καθένα απ' αυτά, κόλαση, καθαρτήριο και παράδεισος. Πολύχρωμοι άνθρωποι να συνδιαλέγονται και να συναποφασίζουν, να το παίζουν θεοί ή ζωγράφοι, διάβολοι που πήραν την τύχη της κόλασης στα χέρια τους. Δάντηδες, να βάζουν και να σβήνουν φωτιές κατά βούληση, με αναψοκοκκινισμένα πρόσωπα από την έξαψη να ορίσουν τη ζωή τους. Οι ίδιοι να χαράζουν το λαβύρινθο των σιδηροτροχιών που πάνω τους θα κινείται το τρένο της κοινωνίας. Οι ίδιοι να είναι σταθμάρχες, ελεγκτές κι επιβάτες, με όπλο τους μόνο τα πινέλα.


Γιατί δεν συμμετείχαμε στην οργάνωση Weather Underground

 

Ernest Larsen

Σχόλια για την περφόρμανς της Sherry Millner και του Ernest Larsen «American Romance», 1975

Κάναμε μια περφόρμανς που λεγόταν American Romance το 1975. Το αφηγηματικό πλαίσιο ήταν ένα πρωτοσέλιδο των Los Angeles Times για μια βόμβα που είχε εκραγεί σε τουαλέτα του κογκρέσου στην Ουάσιγκτον, δράση για την οποία αμέσως ανέλαβε την ευθύνη μια οργάνωση που είχε τη λογική της πολιτικής πρωτοπορίας, η Weather Underground. Είχαμε κάνει τότε μια επιλογή και θέλαμε να την υπερασπιστούμε ως πολιτικά ενεργοί άνθρωποι που τυχαίνει να είναι και καλλιτέχνες. Γιατί είχαμε αποφασίσει να μην είμαστε μέλη των Γουέδερμεν; Μήπως θα έπρεπε να είμαστε; Πιστεύαμε άραγε ότι ήταν αναγκαίο, επιθυμητό, εφικτό να πέσει η κυβέρνηση αμέσως και με βίαιο τρόπο - και αν ναι, ήμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε τέτοιου τύπου δράση, ή μήπως όχι; Γνωρίζαμε ορισμένους ανθρώπους που είχαν κάνει αυτή την επιλογή. Εμείς γιατί δεν τους είχαμε ακολουθήσει; Το να στήσουμε την περφόρμανς και να την παρουσιάσουμε δημόσια (σε ένα κοινωνικό κέντρο στο Λος Άντζελες) ήταν για μας κάτι σαν ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Και ταυτόχρονα μας ενδιέφερε να υποβάλουμε και το κοινό της περφόρμανς στην ίδια δοκιμασία, στην ίδια συζήτηση. Αυτό ήταν το νόημα μιας ζωντανής εκδήλωσης: η αμεσότητά της μπορούσε να δραματοποιήσει την ανάγκη για μια διαφορετική ριζοσπαστική πολιτική δράση.

Ένας φίλος μαγνητοσκόπησε με μία κάμερα portapak μια έντονη συνομιλία μεταξύ μας: Ήταν καυγάς, ήταν απλή ανταλλαγή απόψεων; Κανείς δεν μπορούσε να είναι σίγουρος, αφού το μονόπλανο ασπρόμαυρο βίντεο ήταν βουβό. Το παίζαμε σε μια οθόνη 30 ιντσών κατά τη διάρκεια της περφόρμανς. Στη μέση του χώρου της περφόρμανς βάλαμε ένα μεγάλο και πολύ δυνατό ρολόι και ξεκίνησα βάζοντας το ρολόι-ξυπνητήρι να χτυπήσει σε ακριβώς 22 λεπτά. Το κοινό ενημερώθηκε ότι είχε γίνει τηλεφώνημα στην αίθουσα ασφαλείας του κογκρέσου που έλεγε ότι θα γινόταν η έκρηξη στο κτίριο σε ακριβώς 22 λεπτά. Έτσι, καλούσαμε το κοινό να φανταστεί ότι η διάρκεια της περφόρμανς ήταν μια αντίστροφη μέτρηση μέχρι την έκρηξη.

Ήμαστε οι μοναδικοί ηθοποιοί και κάθε μας κίνηση, κάθε μας λέξη εκφραζόταν με ύφος αυστηρά μινιμαλιστικό και χωρίς κανέναν συναισθηματισμό, σε αντίθεση με την εικόνα μας στην οθόνη του βίντεο, όπου ήμαστε κι οι δυο φορτισμένοι και εν βρασμώ. Στις πρόβες είχαμε φροντίσει η περφόρμανς να μην κρατήσει πάνω από είκοσι λεπτά, με στόχο το ρολόι που έκανε ένα πολύ δυνατό τικ-τακ να αρχίσει σταδιακά να αποσπά την προσοχή του κοινού καθώς μας άκουγαν να μιλάμε, μια ο ένας μια ο άλλος, εναλλάσσοντας κομμάτια από την ιστορία της έκρηξης στους ιερούς διαδρόμους του κογκρέσου και προσεκτικά επιλεγμένα, αλλά φαινομενικά άσχετα, τσιτάτα από τις Φιλοσοφικές Αναζητήσεις του Wittgenstein, από κείμενα του Αρτώ για τον εμπρησμό και την καταστροφή, κάποιες φράσεις της Έμμα Γκόλντμαν, τον Μπακούνιν και τα πρώιμα γραπτά του Μαρξ, καθώς και δηλώσεις από το Prairie Fire (Φωτιά στο Λιβάδι), μανιφέστο της οργάνωσης Weather Underground που είχε εκδοθεί πρόσφατα. Πάνω από μας, την ώρα που εμείς επιτελούσαμε  διάφορες καθημερινές εργασίες (π.χ. σκούπισμα πατώματος) προβάλαμε ασπρόμαυρα slides από τη δική μας καθημερινότητα, με ορισμένα τσιτάτα ακόμη.

Τα τσιτάτα από το Prairie Fire ήταν τα λιγότερο επιτηδευμένα, τα πιο προσωπικά που βρήκαμε. Επειδή τελικά δεν συμφωνούσαμε καθόλου, σε τίποτε, με τον λενινισμό και τον τριτοκοσμισμό στη ρητορική των Γουέδερμεν, δεν θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε τέτοια στοιχεία. Μας ενδιέφερε ωστόσο η τόλμη τους - αυτό που τότε θεωρούσαμε τόλμη, αυτό που τους οδήγησε να κάνουν ένα τόσο αμετάκλητο βήμα.

Στην ουσία, η περφόρμανς επιτελούσε τις αντιλήψεις και τις δεσμεύσεις μας, τις οποίες αντιπαραθέταμε σε αυτό το αμετάκλητο βήμα. Χωρίς να ασκούμε άμεση κριτική τους Γουέδερμεν, μια διαφορετική πολιτική κατέλαβε σιγά-σιγά την πορεία προς την άβυσσο: η ανθρώπινη εμπειρία του βιωμένου χρόνου, της σεξουαλικότητας και του πάθους, εκατό χρόνων ριζοσπαστικής παράδοσης, η επιθυμία να πραγματώσεις την πολιτική και την τέχνη ταυτόχρονα (τουλάχιστον σε 22 λεπτά). Για μας, η μεταφορά της περφόρμανς, όπως τη στήσαμε και κατόπιν την παρουσιάσαμε, ήταν μία κατάφαση της καθημερινότητας και της δυνατότητάς της να μεταμορφώσει τα πράγματα, της καθημερινότητας ως πεδίου του καθημερινού.

Η ιστορία του αναρχισμού έχει κατά κάποιον τρόπο συνδυαστεί με μια εικόνα που κατασκεύασε ο άλλοτε αποκαλούμενος «κίτρινος» Τύπος  (σήμερα είναι ο Τύπος γενικά), την εικόνα του μαυροφορεμένου βομβιστή συνωμότη. Στη λογοτεχνία, από τον Μυστικό Πράκτορα του Κόνραντ και μετά, συναντούμε την ίδια μορφή. Τη δεκαετία του '70 έγραψα κάποια διηγήματα που ενέκυπταν στη μορφή του ένοπλου υποστηρικτή της πολιτικής δράσης και την πιο προβληματική μορφή του αναρχικού Ραβασόλ.

Κάποτε η Έμμα Γκόλντμαν, που είχε εμπλακεί, μαζί με τον Αλεξάντερ Μπέρκμαν, στην απόπειρα δολοφονίας του βιομηχάνου Henry Frick[1], δέχτηκε επίθεση για την αλληλεγγύη και τη συμπόνια που έδειχνε προς το πρόσωπο του φαινομενικά ψυχοπαθούς δολοφόνου του αμερικανού προέδρου Mc Kinley[2]. Κατά την άποψή της, ο απόλυτος παραλογισμός του καπιταλιστικού συστήματος μπορούσε να οδηγήσει τα πιο ευαίσθητα στοιχεία της κοινωνίας στην τρέλα κι ακόμη παραπέρα.

Η αρχή της άμεσης δράσης βρίσκεται ίσως στην πιο ευάλωτη στιγμή της, όταν παρερμηνεύεται μέσα στη δίνη των γεγονότων και θεωρεί την ατομική βία το απόλυτο πολιτικό όπλο. Με αυτό σχετίζεται κάπως και η υπερεκτίμηση της αξίας του αυθορμητισμού: Γεννιέται από την καυτή και παθιασμένη επιθυμία να αλλάξουν τα πράγματα ριζικά και αμέσως - με κόστος να πονέσεις, να τραυματίσεις σωματικά, να βλάψεις ανεπανόρθωτα κάποιον άλλον άνθρωπο. Και ποιο το όφελος τελικά;

 

Ακόμη και οι Γουέδερμεν τελικά έπαψαν να θέλουν να βλάψουν ανθρώπους ή να θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή οποιουδήποτε και επικεντρώθηκαν στις επιθέσεις μόνο ενάντια στην ιδιοκτησία.

Στην ιστορία των αναρχικών της παράδοσής μας η άμεση δράση δεν ήταν ποτέ διαζευγμένη από το κοινό πεδίο δράσης του κινήματος - ακόμη και η Έμμα Γκόλντμαν τελικά άσκησε την αυτοκριτική της σε αυτό το σημείο.

Τα μέλη της οργάνωσης Weather Underground δεν ήταν βέβαια ποτέ, επουδενί, αναρχικοί. Και δεν θα ήταν υπερβολικό να ερμηνεύσουμε το αμείλικτο, αλαζονικό και εγωκεντρικό τους πολιτικό σχέδιο ως μια αντεστραμμένη έκφραση των ταξικών τους προνομίων: προήλθαν από τα ελίτ πανεπιστήμια των ΗΠΑ, ήταν οι αποξενωμένοι γιοι και οι άσωτες κόρες των πιο ευκατάστατων οικογενειών. Η δική μας καταγωγή μας είχε μάθει αλλιώς: Μεγαλώσαμε χωρίς το δίχτυ ασφαλείας  που θα μας επέτρεπε να μπλέξουμε άγρια χωρίς να το εννοούμε! Και στην πραγματικότητα, αυτό που σιχαινόμασταν περισσότερο στην Αμερικανική Νέα Αριστερά και την ερωτική της προσήλωση στον Μάο και τον Λένιν, παρά τις καλές της προθέσεις, ήταν το πώς τα μέσα διαχωρίζονταν εντελώς από το σκοπό. Φιλοδοξούσαμε να καταφέρουμε να μείνουμε πιστοί σε μιαν άλλη βασική αρχή της σκέψης του αναρχισμού: ότι ο σκοπός οφείλει να είναι διάφανα διακριτός στα ίδια τα μέσα.

Μετάφραση: Λία Γιυόκα



[1] Το 1892 ο Μπέρκμαν καταδικάστηκε σε 22 χρόνια φυλάκισης για απόπειρα εναντίον του Henry Clay Frick, του "πιο μισητού ανθρώπου στην Αμερική", υπεύθυνου για απολύσεις και εκδιώξεις εργατών, για άγρια εκμετάλλευση και καταστολή απεργιών με ιδιωτικό στρατό, τους Pinkertons.  ΣτΜ

[2] Ο Leon Czolgosz  καταδικάστηκε για τη δολοφονία του McKinley και πέθανε στην ηλεκτρική καρέκλα το 1901. ΣτΜ


Οι Αλήθειες που αγνοήθηκαν στην Κοπεγχάγη

Γιόχαν Χάρι

Πηγή: The Independent

Αυτό ήταν. Οι χειρότεροι ρυπαντές του κόσμου, οι άνθρωποι που επιδρούν δραστικά στο παγκόσμιο κλίμα, μαζεύτηκαν εδώ στην Κοπεγχάγη για ν' ανακοινώσουν ότι θα συνεχίσουν το ψήσιμο, αδιαφορώντας για τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων.

Δεν υπέγραψαν τη συμφωνία. Υπέγραψαν στο φέρετρο των νησιών χαμηλού υψομέτρου, των παγόβουνων, του Βορείου Πόλου και εκατομμυρίων ζωών.

Όσοι από εμάς παρακολουθήσαμε τη Σύνοδο με ανοιχτά μάτια δεν εκπλαγήκαμε. Κάθε μέρα, από τη μεριά των επιστημόνων, των αναπτυσσόμενων χωρών και των διαδηλωτών, ακούγονταν πρακτικές, έξυπνες προτάσεις που θα βοηθούσαν στην περικοπή των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, αλλά απορρίπτονταν συστηματικά από τις κυβερνήσεις της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης.

Αξίζει να δούμε μερικές από τις ιδέες που απορρίφθηκαν, επειδή όταν ο κόσμος αποφασίσει τελικά να λύσει πραγματικά το πρόβλημα, θα χρειαστεί να τις ξαναθυμηθούμε.

Πρώτη Ιδέα: Το Διεθνές Περιβαλλοντικό Δικαστήριο. Μετά την Κοπεγχάγη, όλοι οι περιορισμοί που ισχυρίζονται οι ηγέτες ότι θα ήθελαν είναι καθαρά εθελοντικοί. Αν μια κυβέρνηση αποφασίσει να μην τους εφαρμόσει, δεν θα υπάρξει καμιά συνέπεια, εκτός από ένα ελαφρό κοκκίνισμα αλλά και μια καταστροφική υπερθέρμανση. Ο Καναδάς υπέγραψε να περιορίσει τις εκπομπές του στο Κιότο και από τότε τις έχει αυξήσει κατά 26% χωρίς συνέπειες. Μετά την Κοπεγχάγη θα δούμε εκατοντάδες παραδείγματα σαν του Καναδά.

Οι γενναίοι και σαφείς εκπρόσωποι της Βολιβίας, που έχουν δει τα παγόβουνά τους να λιώνουν με τρομακτικό ρυθμό, διαφώνησαν. Είπαν ότι αν οι χώρες το εννοούν ότι θα περιορίσουν τις εκπομπές τους, οι περιορισμοί τους πρέπει να ελέγχονται από ένα Διεθνές Περιβαλλοντικό Δικαστήριο που θα έχει την εξουσία να τις τιμωρεί. Αυτό είναι πολύ πρακτικό. Όταν οι ηγέτες μας και τα εταιρικά λόμπι νοιάζονται πραγματικά για ένα θέμα, όπως το εμπόριο, ασκούν την εξουσία τους κατ' αυτόν τον τρόπο πάραυτα. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου βάζει αυστηρά πρόστιμα και κυρώσεις σε χώρες αν αυτές (ας πούμε) δεν ακολουθούν αυστηρά τους νόμους περί πνευματικών δικαιωμάτων. Το κλίμα είναι λιγότερο σημαντικό από το εμπορικό σήμα μιας επιχείρησης;

Δεύτερη Ιδέα: Να αφήσουμε τα ορυκτά καύσιμα στη γη. Στις συσκέψεις της Κοπεγχάγης αποκαλύφθηκε από τον Νίμο Μπάσεϊ (νέος γραμματέας των Φίλων της Γης) και τον συγγραφέα-δημοσιογράφο Τζορτζ Μονμπιότ μια απίστευτη υπόθεση υποκρισίας. Οι κυβερνήσεις του κόσμου λένε ότι επιθυμούν να περιορίσουν δραστικά τη χρήση των ορυκτών καυσίμων, αλλά την ίδια στιγμή σκάβουν με ιδιαίτερο ενθουσιασμό όπου υπάρχουν ορυκτά καύσιμα και ψάχνουν και για άλλα. Κρατάνε πυροσβεστήρα στο ένα χέρι και φλογοβόλο στο άλλο.

 

 

Μόνο ένα απ' αυτά τα ένστικτα μπορεί να επικρατήσει. Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε νωρίτερα φέτος στο περιοδικό Nature έδειξε ότι θα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε μόνο – και στο μέγιστο – το 60% όλων των κοιτασμάτων πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου που έχουμε ήδη ανακαλύψει, αν συνεχίσουμε στο ίδιο καταστροφικό ρυθμό υπερθέρμανσης της γης. Επομένως, το πρώτο βήμα οποιασδήποτε λογικής συμφωνίας θα ήταν ένα άμεσο μορατόριουμ στην αναζήτηση περισσότερων ορυκτών καυσίμων και τίμια προσχέδια σχετικά με το πώς θ' αποφασίσουμε ποια από τα κοιτάσματα θ' αφήσουμε αχρησιμοποίητα. Όπως το έθεσε ο Μπάσεϊ: «Αφήστε τον άνθρακα στην τρύπα του. Αφήστε το πετρέλαιο στη γη. Αφήστε την πισσάσφαλτο στο έδαφος». Η ιδέα αυτή ούτε καν συζητήθηκε από τους ηγέτες μας.

Τρίτη Ιδέα: Κλιματικό χρέος. Ο πλούσιος κόσμος είναι υπεύθυνος για το 70% των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, αλλά το 70% των συνεπειών γίνονται αισθητές στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η Ολλανδία μπορεί να κατασκευάσει τεράστια αναχώματα για να αποφύγει την πλημμύρα της γης της· το Μπαγκλαντές το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να πνιγεί. Υφίσταται μια απάνθρωπη, αντίστροφη σχέση μεταξύ υπαίτιου και συνεπειών: ο ρυπαντής δεν πληρώνει.

Έτσι, έχουμε δημιουργήσει ένα κλιματικό χρέος. Εμείς φταίμε, εκείνοι πληρώνουν. Στη Σύνοδο αυτή, για πρώτη φορά, οι φτωχές χώρες έδειξαν την αγανάκτησή τους. Ο βασικός τους εκπρόσωπος επισήμανε ότι ο διακανονισμός που προτάθηκε «δεν αρκεί ούτε για τα φέρετρα». Το κλισέ ότι ο περιβαλλοντισμός είναι η ιδεολογία των πλουσίων κατέρρευσε. Όπως το έθεσε η Ναόμι Κλάιν: «Στη Σύνοδο αυτή, το κέντρο βάρους τους περιβαλλοντισμού μετακινήθηκε νότια».

Όταν προσπαθούμε να μοιράσουμε ποιος έχει το δικαίωμα να εκπέμψει τα λίγα εναπομείναντα αέρια θερμοκηπίου τα οποία μπορεί ακόμη η ατμόσφαιρα ν' απορροφήσει, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι έχουμε ξεπεράσει τα όρια. Εκπέμψαμε το μερίδιο των αερίων που μας αναλογεί και ακόμη παραπάνω. Ωστόσο, οι ΗΠΑ και η ΕΕ απέρριψαν εξαρχής την ιδέα του κλιματικού χρέους. Πώς μπορούμε να καταλήξουμε σε μια ανθεκτική συμφωνία στην οποία να συμφωνεί κάθε χώρα, αν αγνοούμε αυτή τη βασική αρχή δικαιοσύνης; Γιατί πρέπει να εφαρμόσουν περιορισμούς οι φτωχότεροι, όταν οι πλούσιοι το αρνούνται;

Μια συμφωνία βασισμένη σ' αυτές τις πρακτικές ιδέες θα έδινε μια ανάσα ψύξης στην ατμόσφαιρα. Οι εναλλακτικές λύσεις που προτάθηκαν στην Κοπεγχάγη από τις πλούσιες χώρες – η μέτρηση και το εμπόριο των εκπομπών CO2 και ο χημικός καθαρισμός της ατμόσφαιρας από το CO2 – δεν το κάνουν. Είναι ένα παγκόσμιο placebo. Οι επικριτές που λένε ότι οι αληθινές λύσεις είναι «μη ρεαλιστικές» μάλλον δεν συνειδητοποιούν ότι οι εναλλακτικές προτάσεις τους είναι ακόμη πιο απίθανες: ότι θα συνεχίσει να υπάρχει χαρωπός πολιτισμός σ' έναν πλανήτη του οποίου οι φυσικοί πόροι θα καταρρέουν ραγδαία.

Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων εδώ, τα κράτη των νησιών χαμηλού υψομέτρου γαντζώθηκαν από τις ρεαλιστικές αυτές ιδέες ως σανίδες σωτηρίας, επειδή είναι ο μόνος τρόπος να σώσουν τις χώρες τους από το φούσκωμα της θάλασσας. Ήταν εντυπωσιακό να παρακολουθείς τους εκπροσώπους τους – ήσυχοι, γαλήνιοι άνθρωποι με λυπημένα μάτια – καθώς υποχρεώνονταν να παρακαλούν για την ίδια την ύπαρξή τους. Προσπάθησαν με την πειθώ, με την επιστήμη και με λυρικά τραγούδια αγάπης για τις χώρες τους, αλλά όλα αγνοήθηκαν.

Αυτές οι ιδέες που απορρίφθηκαν – και δεκάδες άλλες – δείχνουν και πάλι ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη από τον άνθρωπο μπορεί να σταματήσει. Διαθέτουμε τόσο διανοητικά μοντέλα όσο και τεχνολογικά. Θα γίνουν σίγουρα θυσίες, ναι, αλλά θα είναι πολύ μικρότερες από τις θυσίες που έκαναν οι παππούδες μας στο δικό τους αγώνα.

Θα χρειαστεί να πληρώσουμε περισσότερους φόρους και να πετάμε μ' αεροπλάνα λιγότερο για να κάνουμε το βήμα προς έναν κόσμο ανανεώσιμης ενέργειας. Πάλι, όμως, θα είμαστε σε θέση να ζούμε μια πλούσια ζωή, θα μπορούμε να ζεσταινόμαστε το χειμώνα, να τρώμε καλά και να είμαστε ελεύθεροι. Οι μόνοι που θα χάσουν πραγματικά είναι οι εταιρίες ορυκτών καυσίμων και οι πετρελαϊκές δικτατορίες.

Οι πολιτικοί μας, όμως, δεν διάλεξαν αυτό το λογικό δρόμο. Όχι: επέλεξαν την αδράνεια, τους χαμηλούς φόρους και τα υψηλά έσοδα από το πετρέλαιο, αντί για τη μελλοντική επιβίωση. Το αληθινό πρόσωπο του σημερινού συστήματος – και της Κοπεγχάγης – φαίνεται στις σωτήριες αυτές ιδέες που τόσο εύκολα πετάχτηκαν στο καλάθι των αχρήστων.

Μετάφραση: Δημήτρης Κωνσταντίνου


Τζο Χιλ: Ο Άνθρωπος που δεν Πέθανε

Ντικ Μάιστερ

            19 Νοεμβρίου του 1915, στο προαύλιο των φυλακών της πόλης Σολτ Λέικ, της Πολιτείας Γιούτα των Η.Π.Α. Πέντε άντρες με καραμπίνες σημαδεύουν στην καρδιά έναν καταδικασθέντα οργανωτή των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (IWW), τον Τζο Χιλ. Αυτός στέκεται μπροστά τους ευθυτενής, αγέρωχος και περήφανος.

            «Πυρ!» φωνάζει προκλητικά.

              Το εκτελεστικό απόσπασμα δεν αστόχησε, αλλά, όπως λέει και η λαϊκή μπαλάντα: «Ο Τζο Χιλ ποτέ δεν πέθανε». Σ' αυτή την 94η επέτειο της εκτέλεσής του, συνεχίζει να ζει ως ένα από τα αμερικάνικα σύμβολα με τη μεγαλύτερη διάρκεια και επιρροή.

            Η ιστορία του Τζο Χιλ είναι η ιστορία ενός μάρτυρα της εργατικής τάξης που έπεσε θύμα σκευωρίας για φόνο από μια λυσσαλέα κατά των εργατών εργοδοσία και τις κυβερνητικές δυνάμεις. Ένας άντρας που ποτέ δε δίστασε να πολεμήσει υπέρ των δικαιωμάτων των καταπιεσμένων και που ποτέ δεν ταλαντεύτηκε στις προσπάθειές του να εμφυσήσει σ' αυτούς την ανάγκη για συλλογική δράση, ώστε να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τους πλούσιους και ισχυρούς καταπιεστές τους.

            […] Η ιστορία του Τζο Χιλ είναι η ιστορία του σπουδαιότερου ίσως λαϊκού τροβαδούρου, του οποίου τα απλά σατιρικά στιχάκια, παιγμένα σε απλές και οικείες  μελωδικές φόρμες, βοήθησαν να στραφεί η προσοχή των εργαζομένων σε ένα κοινό σύνολο ιδανικών που ήταν απαραίτητο για να αποτελέσουν όλοι μαζί  μια συλλογική μορφή πίεσης.

            Θυμάστε; «Θα χορτάσετε φαΐ, όταν φύγετε απ' τη γη… στον Παράδεισο, στον ουρανό… όσο όμως είστε εδώ… Δουλειά, Προσευχή και μικρούλα αμοιβή».

            Ο Ραλφ Τσάπλιν, ο βάρδος της IWW, ο οποίος έγραψε το «Αλληλεγγύη για πάντα» ("Solidarity forever"), χαρακτήρισε τα τραγούδια του Χιλ «τόσο κοινά όσο ένα καθημερινό ρούχο και συνάμα τόσο ποιοτικά όσο το μετάξι, γεμάτα πλάκα και αιχμηρή σάτιρα, με μπόλικη οργή και περισσότερη τρυφερότητα. Τραγούδια ενός εργάτη για τους εργάτες, γραμμένα στη γλώσσα που καταλαβαίνουν».

            Η ιστορία του Τζο Χιλ είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που αντιλήφθηκε με ασυνήθιστα ξεκάθαρο τρόπο τις άδικες επιπτώσεις που έχει στην εργατική τάξη το κοινωνικό σύστημα. Η μεγάλη δημοσιότητα της οποίας έτυχε η δίκη και η εκτέλεσή του έκαναν πολλούς ανθρώπους παγκοσμίως να συνειδητοποιήσουν τις κοινωνικές αδικίες και τους παρακίνησαν να δράσουν για να τις εξαλείψουν.

            Είναι η ιστορία του ανθρώπου που λίγο πριν σταθεί μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα είπε στους συντρόφους του της IWW: «Μη σπαταλήσετε χρόνο πενθώντας. Οργανωθείτε!».

            […]

            Ο σκοπός του ριζοσπαστικού συνδικαλισμού, στον οποίο αφιέρωσε τη ζωή του ο Τζο Χιλ, εξαφανίστηκε πριν πολύ καιρό. Το κάλεσμα για επανάσταση μόλις και μετά βίας ακούγεται στη θορυβώδη καπιταλιστική κοινωνία του σήμερα. Οι εργατικές ενώσεις προσπαθούν όχι να πάρουν τον έλεγχο των μέσων παραγωγής, αλλά να μοιραστούν τους καρπούς ενός οικονομικού συστήματος που το διευθύνουν άλλοι. Όμως τα φλογερά έργα και λόγια του Τζο Χιλ, το θάρρος και οι θυσίες του εξακολουθούν να εμπνέουν τους ακτιβιστές υπέρ των πολιτικών, εργατικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών.  

            Απεργοί εργάτες, διαφωνούντες φοιτητές και άλλοι εξακολουθούν να τραγουδούν τα τραγούδια του σε πορείες διαμαρτυρίας, σε αποκλεισμούς εργοστασίων, σε λαϊκές συγκεντρώσεις, σε ανοιχτούς και κλειστούς χώρους. Όλοι αυτοί διακατέχονται από το πνεύμα διαμαρτυρίας και τη μαχητικότητα του Χιλ, την απαίτησή του για ισότητα και μοιράζονται την ένθερμη πίστη του στην αλληλεγγύη. Μέχρι και τακτικές πάλης που εγκαινιάστηκαν από τον Χιλ και τους συντρόφους του χρησιμοποιούν.

            Ο Χιλ μετανάστευσε στις ΗΠΑ το 1902 από τη γενέτειρά του, τη Σουηδία. Το όνομά του πριν το αλλάξει ήταν Τζόελ Χάγκλαντ. Διασχίζοντας τις ΗΠΑ μέχρι να φτάσει στο Σαν Ντιέγκο, στην Καλιφόρνια, δούλεψε ως ναύτης, ως εποχιακός εργάτης στη συγκομιδή σιτηρών, ως μεταλλωρύχος, ως οξυγονοκολλητής κ.ά., αποτυπώνοντας σε στιχάκια απαράμιλλης φόρτισης τις ελπίδες και τις επιθυμίες, τις απογοητεύσεις και τα παράπονα των συναδέλφων του.

            Στο Σαν Ντιέγκο ο Χιλ συμμετείχε σε έναν από τους πρώτους (από τους πολλούς που έγιναν) «αγώνες ελεύθερης ομιλίας». Τους αγώνες αυτούς τους διεξήγε η IWW εναντίον των προσπαθειών που έκαναν οι κυβερνητικές αρχές σε όλη τη χώρα να φιμώσουν τις λαϊκές συνελεύσεις, οι οποίες κατείχαν το ρόλο-κλειδί στην οργανωτική στρατηγική της IWW.

            Λίγο αργότερα ο Χιλ βρέθηκε με μια αποστολή αγαθών στην πόλη Σολτ Λέικ, όπου βοήθησε στην επιτυχία της απεργίας των οικοδόμων και άρχισε να οργανώνει έναν ακόμη αγώνα ελεύθερης ομιλίας. Όμως μέσα σ' ένα μήνα συλλαμβάνεται με την κατηγορία ότι πυροβόλησε και σκότωσε έναν μπακάλη και το γιο του και αμέσως οι τοπικές εφημερίδες μαζί με τις αρχές τον κηρύσσουν ένοχο. Η καταδίκη του Χιλ στηρίχτηκε αποκλειστικά σε σαθρά στοιχεία.

            Ο Χιλ μπήκε τρεκλίζοντας στο ιατρείο, μία ώρα περίπου μετά τους πυροβολισμούς. Αιμορραγούσε από τραύμα στο στήθος, το οποίο, όπως είπε, οφειλόταν στη φιλονικία με μια γυναίκα. Ο δημόσιος κατήγορος ισχυρίστηκε ότι το τραύμα προκλήθηκε από τον μπακάλη ως απάντηση σε επίθεση του Χιλ εναντίον του, χωρίς όμως να προσκομίσει στο δικαστήριο ούτε το όπλο του μπακάλη ούτε τη σφαίρα που υποτίθεται ότι προήλθε απ' αυτό. Δεν προσκόμισε το όπλο που υποτίθεται ότι χρησιμοποίησε ο Χιλ και δεν κάλεσε ούτε έναν μάρτυρα που θα μπορούσε να αναγνωρίσει το δολοφόνο στο πρόσωπο του Χιλ. Έπεισε όμως εύκολα τους ενόρκους ότι οι δολοφονίες ήταν μία από τις μεθόδους  της τρομοκρατικής δράσης της IWW κι έτσι, αφού ο Χιλ ήταν ένας από τους καθοδηγητές της IWW και είχε συλληφθεί και κατηγορηθεί για έγκλημα, ήταν ένοχος.

            Αφού οι μάταιες εφέσεις του Χιλ απορρίφθηκαν από τα δικαστήρια, το γραφείο του κυβερνήτη της Γιούτα Γουίλιαμ Σπράι κατακλύστηκε από χιλιάδες αιτήσεις και γράμματα απ' όλο τον κόσμο που του ζητούσαν να δώσει χάρη ή να μετατρέψει την ποινή. Αυτός όμως δεν ταλαντεύτηκε ούτε από τις εκκλήσεις του Σουηδού πρέσβη για επιείκεια ούτε ακόμη και από τις εκκλήσεις του προέδρου των ΗΠΑ Γούντροου Γουίλσον.

            Ο κυβερνήτης έδινε πολύ μεγαλύτερη προσοχή στις απόψεις των αρχηγών της πανίσχυρης εκκλησίας των Μορμόνων στη Γιούτα και στα συμφέροντα των πανίσχυρων εργοδοτών, ιδιαίτερα εκείνων που ήλεγχαν την κυρίαρχη στην Πολιτεία βιομηχανία εξόρυξης μετάλλου. Αυτοί επέμεναν στη θανάτωση του ανθρώπου τον οποίο θεωρούσαν ως έναν από τους πιο επικίνδυνους ριζοσπάστες στη χώρα.     

            Το σώμα του Χιλ στάλθηκε στο Σικάγο, όπου αποτεφρώθηκε, αφού πρώτα κηδεύτηκε ως ήρωας. Οι στάχτες του χωρίστηκαν σε μικρές ποσότητες που στάλθηκαν στα παραρτήματα της IWW σε κάθε Πολιτεία, εκτός της Γιούτα, για να σκορπιστούν στον αέρα. Ο Χιλ, με το κλασικό μακάβριο χιούμορ του, είχε δηλώσει ότι «δεν θέλω να πιαστώ νεκρός στη Γιούτα».

            Ακόμη και νεκρός ο Χιλ δεν ήταν ασφαλής από την κυβέρνηση. Ένα δέμα με τις στάχτες του μέσα, που στάλθηκε καθυστερημένα σ' έναν οργανωτή της ΙWW το 1917 για να το διασκορπίσει στο Σικάγο, κατασχέθηκε από τους ταχυδρομικούς επιθεωρητές. Αυτοί ενήργησαν κατ' αυτόν τον τρόπο, εφαρμόζοντας τη νομοθεσία περί κατασκοπείας (η οποία θεσπίστηκε μετά την είσοδο των ΗΠΑ στον Α΄Π.Π. εκείνη τη χρονιά), που καθιστούσε παράνομη την ταχυδρόμηση οποιουδήποτε υλικού υποστήριζε «την προσβολή, την εξέγερση ή τη βίαιη αντίσταση σε οποιονδήποτε νόμο των ΗΠΑ».     

            Ο φάκελος, ο οποίος περιείχε μια χούφτα στάχτη του Χιλ, στάλθηκε στα Αρχεία του κράτους στην Ουάσιγκτον. Παρέμεινε εκεί κρυμμένος μέχρι το 1988 που ανακαλύφθηκε. Επιστράφηκε στο Σικάγο, στους ανθρώπους που προεδρεύουν στα υπολείμματα της ΙWW, η οποία έχει συρρικνωθεί σε λίγες εκατοντάδες μέλη.

            Προφανώς η Ταχυδρομική Υπηρεσία είχε διαφωνήσει με τη λεζάντα της φωτογραφίας του Χιλ στο μπροστινό μέρος του φακέλου, που έγραφε:

«Τζο Χιλ, δολοφονημένος από τους καπιταλιστές, 19 Νοεμβρίου 1915».

Μετάφραση: Μιχάλης Παπαδόπουλος


__________________________________________________
Χρησιμοποιείτε Yahoo!;
Βαρεθήκατε τα ενοχλητικά μηνύματα (spam); Το Yahoo! Mail διαθέτει την καλύτερη δυνατή προστασία κατά των ενοχλητικών μηνυμάτων
http://mail.yahoo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες